Ανησυχίες, ανταγωνισμός, ερωτικά σκιρτήματα, τολμηρές εξομολογήσεις, όνειρα, φιλοδοξίες και κυρίως πάθος για τη ζωή και την τέχνη. Όλα χωρούν κι όλα βρίσκουν στέγη στη φιλόξενη σκηνή του Θεάτρου του Ελληνικού Κόσμου, στον Ταύρο, όπου χθες το βράδυ έγινε η επίσημη παρουσίαση της μουσικής παράστασης "Fame".
Με την παραδοσιακά πλέον κατά μία ώρα καθυστερημένη έναρξη της παράστασης (σσ. ούτε σκέψη στο μυαλό των παραγωγών του Μπρόντουγει και του Πικαντίλι), η ζεστή αίθουσα του Κέντρου Πολιτισμού έγινε Σχολή Τέχνης της Νέας Υόρκης και γέμισε νότες, φωνές και ενθουσιασμό, απόλυτα εναρμονισμένο με τα νιάτα.
Με λίγες ηχηρές παρουσίες από την παλαιότερη γενιά των υπηρετών της Τέχνης, μεταξύ αυτών τηςΚάρμεν Ρουγγέρη, της Μαριάννας Τόλη και του Παύλου Κοντογιαννίδη και με εντυπωσιακή εκπροσώπηση της νεότερης και της νεότατης γενιάς καλλιτεχνών, κυρίως της τηλεοπτικής βιομηχανίας (Αλέξανδρος Συσσοβίτης, Ματθίλδη Μαγγίρα, Μαρία Σολωμού, Γιάννης Αγγέλου, Μιχάλης Ιατρόπουλος, Χάρης Ασημακόπουλος, Στέλιος Καλαθάς, Αθηνά Οικονομάκου, κ.α.), η παράσταση μπορεί να μην εξελίχθηκε όπως στο Λονδίνο, με όλο το κοινό όρθιο να συμμετέχει χορεύοντας και τραγουδώντας, πλην όμως "τσούλησε" ευχάριστα προσφέροντας δύο γεμάτες ώρες νεανική δυναμική, φρεσκάδα και δροσιά.
Άλλωστε, οι σημερινοί 45άρηδες συνάντησαν ψήγματα μόνο, προσομοιάζοντα στα ταξίδια της δικής τους εφηβείας, όταν η ομώνυμη περίφημη τηλεοπτική σειρά "ξεδίπλωνε" αριστοτεχνικά τα καρδιοχτύπια των ταλαντούχων ηρώων της, οπότε αρκέστηκαν στη "ντόπα" από τη σίγουρη, στιβαρή παρουσία, της διευθύντριας της Σχολής στην οδό Πειραιώς, κυρίας Σέρμαν (Αλέκα Κανελλίδου).
Οι σημερινοί νεολαίοι, όμως, που (ευτυχώς ή δυστυχώς) δεν έχουν αναφορά σ’ εκείνη την καθηλωτική αμερικάνικη παραγωγή της δεκαετίας του ‘80, θα ξετρελαθούν με το χιπ χοπ του καθηγητή χορού (Ν. Βουρλιώτης), με τα καρδιοχτύπια της ολοένα βελτιούμενης φωνητικά μαθήτριας της υποκριτικής Σερίνα (Ν. Μπουλέ), με τη ζεστή παρουσία στη σκηνή του μαθητή μουσικής Σλόμο (Ησ. Ματιάμπα), με τιςμουσικο-θεατρικά εκπεφρασμένες ονειρώξεις του ερωτύλου μαθητή Τζο (Ανδ. Κωνσταντινίδης) ή με τον άκρως διασκεδαστικό διάλογο της μαθήτριας χορού Μέιμπελ (Idra Kayne) με το πληθωρικό της στήθος.
Κι έπειτα; Τι σημαίνει μιούζικαλ στο θέατρο; Μουσική και χορός. Αυτά πας να δεις και ν’ ακούσεις. Εν προκειμένω, 25 δροσερές φιγούρες επί σκηνής να λικνίζονται και να τραγουδούν υπό τους ήχους της εξαιρετικής ορχήστρας του Νίκου Πλατύραρχου.
Αρκούν τα νιάτα, το πάθος και η παγκόσμια γλώσσα της μουσικής, που ακόμη και στην ελληνική εκδοχή της (σσ. συμπαθέστατη η προσαρμογή του θρυλικού πλέον "Fame" της Άιριν Καρά) είναι αρκετή για να ξεσηκώσει και τους πλέον βαρύθυμους -από την πίεση της καθημερινότητας- θεατές.
Το ελληνικό "Fame" μοιάζει με παράσταση, προσαρμοσμένη στη σημερινή ανάγκη για φυγή, για ταξίδι μυαλού και ψυχής και έτσι πρέπει να την παρακολουθήσει κανείς. Ίσως είναι η εποχή της κρίσης που γεννά απαίτηση, αμφισβήτηση και ολίγη… δυσκοιλιότητα.
Η Ελλάδα δεν έχει παράδοση στο μουσικό θέατρο, ούτε χρήμα διαθέτει για τις φαντασμαγορικές παραγωγές του εξωτερικού. Έχει όμως ψυχή και ταλαντούχα παιδιά, που μπορούν ν’ ανοίξουν τον δρόμο. Κι ας εμπιστευτεί κανείς αυτά, γιατί άλλωστε "κουβαλούν" τον σπόρο μιας Ελλάδας, που θα ξαναγεννηθεί.
Κι εν πάση περιπτώσει δεν είναι ανάγκη, ακούγοντας κάποιος τα λόγια της διευθύντριας της Σχολής "... είναι σπάνιο προνόμιο να δουλεύεις γι’ αυτό που αγαπάς", να τα μεταφράσει ως "είναι σπάνιο προνόμιο να δουλεύεις…".
Με την παραδοσιακά πλέον κατά μία ώρα καθυστερημένη έναρξη της παράστασης (σσ. ούτε σκέψη στο μυαλό των παραγωγών του Μπρόντουγει και του Πικαντίλι), η ζεστή αίθουσα του Κέντρου Πολιτισμού έγινε Σχολή Τέχνης της Νέας Υόρκης και γέμισε νότες, φωνές και ενθουσιασμό, απόλυτα εναρμονισμένο με τα νιάτα.
Με λίγες ηχηρές παρουσίες από την παλαιότερη γενιά των υπηρετών της Τέχνης, μεταξύ αυτών τηςΚάρμεν Ρουγγέρη, της Μαριάννας Τόλη και του Παύλου Κοντογιαννίδη και με εντυπωσιακή εκπροσώπηση της νεότερης και της νεότατης γενιάς καλλιτεχνών, κυρίως της τηλεοπτικής βιομηχανίας (Αλέξανδρος Συσσοβίτης, Ματθίλδη Μαγγίρα, Μαρία Σολωμού, Γιάννης Αγγέλου, Μιχάλης Ιατρόπουλος, Χάρης Ασημακόπουλος, Στέλιος Καλαθάς, Αθηνά Οικονομάκου, κ.α.), η παράσταση μπορεί να μην εξελίχθηκε όπως στο Λονδίνο, με όλο το κοινό όρθιο να συμμετέχει χορεύοντας και τραγουδώντας, πλην όμως "τσούλησε" ευχάριστα προσφέροντας δύο γεμάτες ώρες νεανική δυναμική, φρεσκάδα και δροσιά.
Άλλωστε, οι σημερινοί 45άρηδες συνάντησαν ψήγματα μόνο, προσομοιάζοντα στα ταξίδια της δικής τους εφηβείας, όταν η ομώνυμη περίφημη τηλεοπτική σειρά "ξεδίπλωνε" αριστοτεχνικά τα καρδιοχτύπια των ταλαντούχων ηρώων της, οπότε αρκέστηκαν στη "ντόπα" από τη σίγουρη, στιβαρή παρουσία, της διευθύντριας της Σχολής στην οδό Πειραιώς, κυρίας Σέρμαν (Αλέκα Κανελλίδου).
Οι σημερινοί νεολαίοι, όμως, που (ευτυχώς ή δυστυχώς) δεν έχουν αναφορά σ’ εκείνη την καθηλωτική αμερικάνικη παραγωγή της δεκαετίας του ‘80, θα ξετρελαθούν με το χιπ χοπ του καθηγητή χορού (Ν. Βουρλιώτης), με τα καρδιοχτύπια της ολοένα βελτιούμενης φωνητικά μαθήτριας της υποκριτικής Σερίνα (Ν. Μπουλέ), με τη ζεστή παρουσία στη σκηνή του μαθητή μουσικής Σλόμο (Ησ. Ματιάμπα), με τιςμουσικο-θεατρικά εκπεφρασμένες ονειρώξεις του ερωτύλου μαθητή Τζο (Ανδ. Κωνσταντινίδης) ή με τον άκρως διασκεδαστικό διάλογο της μαθήτριας χορού Μέιμπελ (Idra Kayne) με το πληθωρικό της στήθος.
Κι έπειτα; Τι σημαίνει μιούζικαλ στο θέατρο; Μουσική και χορός. Αυτά πας να δεις και ν’ ακούσεις. Εν προκειμένω, 25 δροσερές φιγούρες επί σκηνής να λικνίζονται και να τραγουδούν υπό τους ήχους της εξαιρετικής ορχήστρας του Νίκου Πλατύραρχου.
Αρκούν τα νιάτα, το πάθος και η παγκόσμια γλώσσα της μουσικής, που ακόμη και στην ελληνική εκδοχή της (σσ. συμπαθέστατη η προσαρμογή του θρυλικού πλέον "Fame" της Άιριν Καρά) είναι αρκετή για να ξεσηκώσει και τους πλέον βαρύθυμους -από την πίεση της καθημερινότητας- θεατές.
Το ελληνικό "Fame" μοιάζει με παράσταση, προσαρμοσμένη στη σημερινή ανάγκη για φυγή, για ταξίδι μυαλού και ψυχής και έτσι πρέπει να την παρακολουθήσει κανείς. Ίσως είναι η εποχή της κρίσης που γεννά απαίτηση, αμφισβήτηση και ολίγη… δυσκοιλιότητα.
Η Ελλάδα δεν έχει παράδοση στο μουσικό θέατρο, ούτε χρήμα διαθέτει για τις φαντασμαγορικές παραγωγές του εξωτερικού. Έχει όμως ψυχή και ταλαντούχα παιδιά, που μπορούν ν’ ανοίξουν τον δρόμο. Κι ας εμπιστευτεί κανείς αυτά, γιατί άλλωστε "κουβαλούν" τον σπόρο μιας Ελλάδας, που θα ξαναγεννηθεί.
Κι εν πάση περιπτώσει δεν είναι ανάγκη, ακούγοντας κάποιος τα λόγια της διευθύντριας της Σχολής "... είναι σπάνιο προνόμιο να δουλεύεις γι’ αυτό που αγαπάς", να τα μεταφράσει ως "είναι σπάνιο προνόμιο να δουλεύεις…".