Η ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΤΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ. #9
BLUE MOON
Το 1934, ο Richard Rodgers και ο Lorenz Hart συνέθεσαν το «Blue moon» για την ταινία «Hollywood Revue» που δεν ολοκληρώθηκε. Με τίτλο «Prayer» επρόκειτο να το ερμηνεύσει η Jean Harlow. Με άλλους στίχους και τίτλο «The bad in every man» το παρουσίασε η Shirley Ross στο φιλμ του ’34 «Manhattan melodrama». Αργότερα γίνεται «Blue moon» και το τραγουδά ο Mel Torme στην ταινία του 1948 «Words and music», η Valentina Cortesa στο «Μalaya» του 1949, η Jane Froman στο «With a song in my heart» του 1952, ο Harpo Marx το έπαιξε με άρπα στο «At the circus» του 1939 και η Susan Hayward με τη φωνή της India Adams το αποδίδει στο «Torch song» του 1954. Δισκογραφικά η επιτυχία του τραγουδιού αρχίζει το 1935, με τρεις δημοφιλείς εκτελέσεις (Glen Gray, Benny Goodman, Al Bowlly/ Ray Noble). Το 1949 το κάνει επιτυχία ο Mel Torme, το 1956 ο Elvis Presley, το 1961 οι Marcels, το 1961 ο Herb Lance, το 1961 οι Ventures. Επίσης επιτυχία το έκανε το 1949 και ο Billy Eckstine συνοδευόμενος από την ορχήστρα Hugo Winterhalter. O Eckstine ήταν από τους ξεχωριστούς βαρύτονους της ελαφράς μουσικής, που έζησε από το 1914-93, και είχε 20 επιτυχίες από το 1945-57.
BLUES IN THE NIGHT
Για την ταινία του 1941 «Blues in the night» γράφτηκε το ομώνυμο τραγούδι, που ήταν υποψήφιο για Όσκαρ, από τον Johnny Mercer και τον Harold Arlen. Μολονότι στην ταινία το ερμήνευσε ο William Gillespie, ο πρώτος που το ηχογράφησε ήταν ο Jimmie Lunceford με την ορχήστρα του. Έξι εκτελέσεις, όμως, ανταγωνίζονταν για την πρωτιά: εκτός από του Lunceford, των Artie Shaw, Woody Herman, Dinah Shore, Cab Calloway, Benny Goodman. Στο Νο 1 έφθασε ο Woody Herman. Το 1943 στο φιλμ «Thank your lucky stars» ακούγεται από τον ηθοποιό John Garfield, το 1971 υπάρχει στην υπόκρουση του «Summer of ’42» και το 1973 η εκτέλεση του Lunceford συνοδεύει το φιλμ «Class of ’44». Σε δίσκους η σύνθεση ξαναγύρισε στην επικαιρότητα το 1952 κι έγινε επιτυχία χάρη στην Rosemarie Clooney, που τη συνοδεύει η ορχήστρα και χορωδία του Percy Faith.
BLUE SKIES
Για ένα μιούζικαλ του 1926 που ονομαζόταν «Betsy» συνέθεσε ο Irving Berlin το τραγούδι «Blue skies». Το 1927 το ερμηνεύει ο Al Jolson στο φιλμ «The jazz singer», το 1930 ο Eddie Cantor στο «Glorifying the American girl», το 1938 η Ethel Merman και η Alice Faye στο «Alexander’s Ragtime Band», το 1946 ο Bing Crosby στο «Blue skies», το 1946 ο Larry Parks (με τη φωνή του Al Jolson) στο «The Jolson Story», το 1954 ο Bing Crosby με τον Danny Kaye στο «White Christmas». Δισκογραφικά η χρονιά του «Βlue skies» ήταν το 1927 με έξι δημοφιλέστατες εκτελέσεις, από τις οποίες ξεχώρισε του Ben Selvin. Το 1946, ξαναγύρισε στην επικαιρότητα χάρη στους Count Basie και Benny Goodman. Το 1962, το ηχογράφησε ο Bobby Darin για το άλμπουμ «Oh! look at me now» με συνοδεία της ορχήστρας Billy May.
BLUE TANGO
Συνθέτης και μαέστρος ο Leroy Anderson έζησε από το 1908-75. Υπήρξε ενορχηστρωτής της Boston Pops Orchestra. Αυτός συνέθεσε το χριστουγεννιάτικο τραγούδι «Sleigh ride». Δική του μεγάλη επιτυχία είναι και το «Blue tango», που συνέθεσε ο ίδιος το 1952 και κέρδισε χρυσό δίσκο, πουλώντας πάνω από δύο εκατομμύρια αντίτυπα. Το «Blue tango» ηχογράφησαν κι έκαναν επιτυχία, επίσης το 1952, οι Hugo Winterhalter, Guy Lombardo, Les Baxter και το 1960 ο Bill Black.
BLUE VELVET
Ο Bobby Vinton γεννήθηκε το 1935. Ο πατέρας του ήταν διευθυντής ορχήστρας. Αυτό οδήγησε τον Vinton να συγκροτήσει δική του μπάντα, όταν ήταν μαθητής στο γυμνάσιο. Το 1960, εμφανίζεται με τους μουσικούς του στην περιοδεία του Dick Clark «Caravan of stars». Από το 1962 αρχίζει η προσωπική του καριέρα και δισκογραφικά. Έως το 1980 έχει 44 επιτυχίες. Μεγαλύτερες ήταν τα «Roses are red», «There I’ve said it again» και «Blue Velvet». To «Blue Velvet», που γράφτηκε το 1951, έγινε την ίδια χρονιά επιτυχία από τον Tony Bennett, το 1960 από τους Statues και το 1963 σκαρφάλωσε στο Νο 1 –στη δημοφιλέστερή του έκδοση– με τον Bobby Vinton. Το 1986, το «Blue Velvet» έγινε ταινία από τον David Lynch, όπου ακούγεται το τραγούδι στην εκτέλεση του Bobby Vinton. Την ορχήστρα διευθύνει ο Burt Bacharach.
ΒΟΒΒΥSOX TO STOCKINGS
Ο Francis Avallone γεννήθηκε στη Φιλαδέλφεια και μεγάλωσε σε μία εποχή που η εκπομπή του Dick Clark «American Bandstand» καθιέρωνε αστέρια –και κυρίως τους νέους τραγουδιστές της πόλης από την οποία μεταδίδονταν ζωντανή. Είναι ο τραγουδιστής που ηχογράφησε τις πρώτες επιτυχίες του τσιμπώντας τη μύτη του. Στην κυριολεξία. Από το 1958-62 που κράτησε η περίοδος δημοτικότητάς του, ο Frankie Avalon είχε 24 επιτυχίες. Από τις οποίες μεγαλύτερες ήταν τα «Venus», «Why», «Just ask your heart», «Dede Dinah» και «Bobbysox to stockings» (8/ 59).
BODY AND SOUL
Η Libby Holman τραγούδησε για πρώτη φορά τη σύνθεση του John Green στη ρεβυ του 1930 «Three’s a crowd». Η πρώτη ηχογράφηση οφείλεται στην ορχήστρα Leo Reisman με πιανίστα τον Eddy Duchin. Στην Αγγλία την τραγούδησε η Gertrude Lawrence, αλλά σε δίσκους την απέδωσε η ορχήστρα του Ambrose. Το «Body and soul» τραγουδά η Ida Lupino στην ταινία «The man I love» (1946). Η μελωδία αποτελεί το θέμα του φιλμ του 1947 «Body and soul». H οργανική εκτέλεση του τενόρου σαξοφωνίστα Coleman Hawkins, που έγινε επιτυχία το 1940, θεωρείται κλασική στον χώρο της τζαζ. Από το 1930-49 υπήρξαν14 δημοφιλείς εκτελέσεις σε δίσκους.
BONGO ROCK
Tα bongos είναι ζευγάρι μικρών τυμπάνων, με προέλευση την Αφρική, που χρησιμοποιούνται ευρύτατα στην αφροκουβανέζικη αλλά και στη νέγρικη μουσική. Τα τύμπανα αυτά που έχουν διαφορετικές διαστάσεις, παίζονται με τα δάκτυλα, παράγοντας μια μεγάλη ποικιλία ήχων. Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής ο ήχος των bongos. Ήταν τότε που έγινε επιτυχία το «Bongo rock» (14/ 59) από τον Preston Epps. Ο μουσικός αυτός γεννήθηκε το 1931. Έμαθε bongos στην Οκινάουα, κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Κορέα. Τον ανακάλυψε ο ντισκ τζόκεϊ του σταθμού KPOR του Λος Άντζελες Art Laboe, ιδιοκτήτης της φωνογραφικής εταιρίας Original Sound. Μαζί με τον Arthur Egnoian (που συνέγραψε το «Teen beat» του Sandy Nelson) o Epps συνθέτει το 1959 το «Bongo rock», που 14 χρόνια αργότερα ξαναέγινε επιτυχία. Από την Incredible Bongo Band (57/ 73). O Epps είχε κι έναν δεύτερο δίσκο πριν εξαφανιστεί για πάντα από το προσκήνιο, το «Bongo bongo bongo» (78/ 60).
BOOGIE WOOGIE
Ο μαύρος συνθέτης και πιανίστας Clarence Smith, γνωστός και με το προσωνύμιο Pinetop, ηχογράφησε και κυκλοφόρησε σε δίσκους το 1928 μια δική του δημιουργία με τίτλο «Pinetop’s boogie woogie». Λίγους μήνες αργότερα πυροβολήθηκε τυχαία, θανάσιμα, σε φασαρία που έγινε σε χορευτική λέσχη του Σικάγου. Ήταν μόλις 24 χρονών. Ο Clarence Smith έφυγε πρόωρα, αλλά η σύνθεσή του έδωσε το όνομά της στο συγκεκριμένο μουσικό στιλ ερμηνείας στο πιάνο. Παράλληλα έγινε και χορός, που αργότερα τιτλοφορήθηκε και jitterbug και jive, φθάνοντας στο απόγειο της δημοτικότητάς του το 1938. Boogie στον αμερικανικό νότο αποκαλούσαν μια πρόστυχη γυναίκα, αλλά boogie woogie ήταν και μια διαφορετική ονομασία της σύφιλης. Το «Boogie woogie» ηχογράφησε ο Tommy Dorsey με πιανίστα τον Howard Smith, δέκα χρόνια μετά τον Clarence Smith. Έγινε η πιο διάσημη οργανική εκτέλεση του Dorsey (3/ 38 και χρυσός δίσκος), με τρεις επανεκδόσεις (5/ 44, 21/ 44, 4/ 45).
BOOGIE WOOGIE BUGLE BOY
Στην ταινία του 1941 «Buck privates» παρουσιάζουν το τραγούδι των Don Raye – Hughie Prince οι Andrews Sisters. Πρωταγωνιστές είναι το κωμικό ντουέτο Abbott και Costello, που κατά λάθος,συμφωνα με το σεναριο, κατατάσσονται στον στρατό. Σε δίσκους το «Boogie woogie bugle boy» έκαναν επιτυχία μόνο οι Andrews Sisters (1941).
BOOGIE WOOGIE ON THE ST LOUIS BLUES
Το πιο γνωστό, το πιο πολυπαιγμένο, ηχογραφημένο κι εμπορικό μπλουζ όλων των εποχών είναι η σύνθεση του W. C. Handy «St Louis blues», γραμμένη το 1914. Ήταν αφιερωμένη στην πόλη του Μιζούρι St Louis, που βρίσκεται πάνω στον Μισισιπή. Κατοικήθηκε για πρώτη φορά το 1764 και πήρε το όνομά της από τον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο 15ο. Στο τέλος του 19ου αιώνα, το St Louis ήταν διάσημο ως κέντρο μουσικής ragtime. Η σύνθεση «St Louis Blues» κυκλοφορεί από το 1916. Το 1923 από την ορχήστρα του δημιουργού της, το 1925 από την Bessie Smith, το 1930 από τον Louis Armstrong, τον Rudy Vallee, τον Cab Calloway. Το 1932 από τους Mills Brothers, το 1935 από τον Guy Lombardo, το 1940 από τον Earl Hines, το 1943 από τον Billy Eckstine. Ο κατάλογος των δημοφιλών εκτελέσεων είναι ατελείωτος –όπως και οι διασκευές. Σε εμβατήριο, σε boogie ή σε mambo. Το 1940, το ηχογραφεί ο πιανίστας της τζαζ Earl Hines με την ορχήστρα του, διασκευασμένο σε boogie woogie. Η επιτυχία είναι άμεση (14/ 40) για τον πρωτοπόρο πιανίστα της μοντέρνας τζαζ, που έγινε διάσημος για πρώτη φορά με τις ηχογραφήσεις του 1927-28, με τον Louis Armstrong. Η ορχήστρα του Hines στις ηχογραφήσεις της δεκαετίας του ’40, περιελάμβανε τους: Charlie Parker (άλτο σαξόφωνο), Dizzy Gillespie (τρομπέτα) και τραγουδιστές όπως ο Billy Eckstine και η Sarah Vaughan. Ο επονομαζόμενος «Fatha» ή «Father» (πατέρας) Earl Hines, που πέθανε το 1983 σε ηλικία 77 χρονών, έχει ηχογραφήσει κι ένα κομμάτι με τίτλο «Father steps in». Εντύπωση προκαλεί η φράση που χρησιμοποιεί ο Hines σε μια στιγμή της ηχογράφησης του «Boogie woogie on the St Louis blues»: «Play it till 1951», όπως και η παράκληση «Don’t quit now, Jack, don’t quit». Προφανώς είναι ο Jack Teagarden, με τον οποίο συνεργάστηκε κατά καιρούς αλλά κυρίως το 1957.
BOOGLIE WOOGLIE PIGGY
Για την ξεχασμένη ταινία του 1941 «Sing for your supper» έγραψε ο Roy Jacobs το «Booglie wooglie piggy». Για τις ανάγκες του φιλμ βοήθησαν στη σύνθεση ο Saul Chaplin και στους στίχους πάλι ο Chaplin αλλά και ο Sammy Cahn. Σε δίσκους το έκανε επιτυχία η ορχήστρα του Glenn Miller με φωνητικά του Tex Beneke και των Modernaires – Paula Kelly (7/ 41). O Jacobs έγραψε τραγούδια και για άλλες ταινίες του 1943-44, αλλά κανένα δεν ξεχώρισε.
BOO-HOO
Μια από τις μεγάλες επιτυχίες του 1937 ήταν η σύνθεση «Boo-Hoo», που ηχογράφησαν κι έκαναν επιτυχία και ο Guy Lombardo και ο Mal Hallet. Μεγαλύτερη απήχηση είχε η ηχογράφηση του πρώτου, με συνοδεία της ορχήστρας του, Royal Canadians, με σαξοφωνίστα κι ερμηνευτή τον αδελφό του (και συνδημιουργό του τραγουδιού) Carmen Lombardo. Από το 1’ 18’ ’ ακούγεται ο τραγουδιστής.
BORN FREE
Η ταινία του 1966 «Born free» απέσπασε δυο Όσκαρ για τη μουσική υπόκρουση και το τραγούδι «Born Free». Η μουσική είναι του Βρετανού John Barry, τρομπετίστα και διευθυντή ορχήστρας, που συνέθεσε την υπόκρουση ταινιών όπως «The Ipcress file», «The knack», «The lion in the winter» (1968 – δεύτερο Όσκαρ), «Out of Africa» (1985 – τρίτο Όσκαρ) και για πολλές της σειράς James Bond. Το 1986 συνέθεσε, επίσης, τη μουσική του «Peggy Sue got married». Η ταινία «Born free» είναι η αληθινή ιστορία της Joy Adamson, που μεγάλωσε ένα μικρό λιοντάρι, την Elsa, και μετά την εκπαίδευσε πάλι για να επιστρέψει και να ζήσει ελεύθερη στη φύση. Το τραγούδι «Born Free» το ερμηνεύει στο φιλμ ο Βρετανός Matt Monro, που από το 1960-73 είχε 13 επιτυχίες στην Αγγλία, όπως «Portrait of my love», «My kind of girl», «From Russia with love», «Yesterday», «Softly as I leave you», «Walk away». Στις ΗΠΑ η σύνθεση έγινε επιτυχία στην οργανική εκτέλεση του πιανίστα Roger Williams (7/ 66).
ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΚΟΓΚΑΛΙΔΗΣ