Ένα απίστευτο γαϊτανάκι συμφερόντων, προσωπικών επιδιώξεων, πολιτικών σκοπιμοτήτων που έχει στηθεί τα 3 τελευταία χρόνια γύρω από την κληρονομιά του «Μεγάρου» - αλλά και του συνιδρυτή του, τον Σύλλογο «Οι Φίλοι της Μουσικής»- στη «μετά Λαμπράκη» εποχή προσλαμβάνει νέες διαστάσεις με την επιχειρούμενη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης για τον καταχρεωμένο Οργανισμό.
Πρωταγωνιστές σε αυτήν την υπόθεση – που αποτελεί ένα εν δυνάμει συναρπαστικό «αστικό μυθιστόρημα»- είναι πρώην συνεργάτες του εκδότη Χρήστου Λαμπράκη, γνωστοί δημοσιογράφοι και νομικοί, πρώην και νυν πολιτικοί με επιρροή και στα κόμματα της σημερινής κυβέρνησης. Η τελευταία επιχειρεί να περάσει από την Βουλή ένα νόμο που να τροποποιεί όλα όσα προέβλεπε η ιδρυτική σύμβαση του «Μεγάρου» το καλοκαίρι του 1981. Η πιο σημαντική αλλαγή είναι εκείνη που αφορά τον συσχετισμό δυνάμεων στο Δ.Σ του «Μεγάρου».
Η σύμβαση του 1981 προέβλεπε ότι το κράτος και οι «Φίλοι της Μουσικής» θα όριζαν από 5 μέλη στο 10μελές Δ.Σ , ενώ τώρα η ευθύνη της διοίκησης περνά σχεδόν αποκλειστικά στο κράτος μέσα από την πλειοψηφία των 6 μελών που θα ορίζονται από την εκάστοτε κυβέρνηση. Επιπλέον, με το προωθούμενο νομοσχέδιο το «Συνεδριακό Κέντρο» δηλαδή η λεγόμενη «νέα πτέρυγα του Μεγάρου» μεταβιβάζεται στο κράτος. Παράλληλα, ρυθμίζονται αφενός το δάνειο του «Μεγάρου» προς την Εθνική Τράπεζα και αφετέρου το δημόσιο αναλαμβάνει τις δανειακές υποχρεώσεις του «Μεγάρου» έναντι της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
Με άλλα λόγια, το κείμενο του νομοσχεδίου θα μπορούσε να διαμορφώσει το έδαφος για ένα έντιμο συμβιβασμό ανάμεσα στα ιδρυτικά μέρη – το Δημόσιο, το Σύλλογο «Οι Φίλοι της Μουσικής» και το «Ίδρυμα Δεκόζη-Βούρου»- και να ανοίγει μια νέα προοπτική για την επιβίωση και την ανάπτυξη του «Μεγάρου» ως αυτόνομης μονάδας παραγωγής πολιτιστικού και καλλιτεχνικού έργου τα επόμενα δύσκολα χρόνια. Σε κάθε περίπτωση η αναγκαιότητα του έντιμου συμβιβασμού δεν αμφισβητείται από κανένα από τους εμπλεκόμενους, εκείνο που φαίνεται όμως να τρομάζει μια πολύ μεγάλη μερίδα παραδοσιακών μελών των «Φίλων της Μουσικής» είναι η προοπτική να καταλήξει το «Μέγαρο» σαν μια από τις πολλές ΔΕΚΟ…
Το σχέδιο επιχειρείται να προωθηθεί στη Βουλή το συντομότερο δυνατό με την προϋπόθεση ότι σε αυτό θα συναινέσουν και οι «Φίλοι της Μουσικής» που έχουν κληθεί σε γενική συνέλευση στις 9 Ιανουαρίου. Υπέρ της κυβερνητικής πρωτοβουλίας φέρονται τόσο ο σημερινός πρόεδρος του «Μεγάρου» κ. Γιάννης Μάνος – γενικός γραμματέας επί σειρά ετών της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών και για ένα μικρό χρονικό διάστημα στις αρχές της δεκαετίας του 2000 επικεφαλής της Γενικής Τράπεζας- όσο και ο πρόεδρος των «Φίλων της Μουσικής» νομικός κ. Πάνος Δημαράς. Ο τελευταίος που προέρχεται από το «Ιδρυμα Δεκόζη – Βούρου» διαδέχθηκε στη θέση αυτή τον πρώην βουλευτή κ. Κωνσταντίνο Πυλαρινό – άνθρωπο της εμπιστοσύνης του πρώην πρωθυπουργού κ. Κων/νου Μητσοτάκη- που ήταν από τους σθεναρούς αντιπάλους κάθε μονομερούς αλλαγής της ιδρυτικής σύμβασης του 1981.
Ο κ. Μάνος μέχρι το τελευταίο καλοκαίρι ήταν ένας καλοπληρωμένος σύμβουλος διοίκησης στο ΔΟΛ. Οι αμοιβές του σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες έφθαναν τα 18 χιλιάδες ευρώ το μήνα, γεγονός που του επέτρεπε να αφιερώνεται πλήρως στο αξίωμα του προέδρου του «Μεγάρου» (μια θέση εν πολλοίς τιμητική και κυρίως άμισθη). Η έξοδος του κ. Μάνου από το μισθολόγιο του ΔΟΛ συνέπεσε χρονικά με την παύση του γενικού διευθυντή κ. Νίκου Μανωλόπουλου –παλιού τραπεζικού και προσώπου εμπιστοσύνης του Χρήστου Λαμπράκη από τη πρώτη μέρα λειτουργίας του Οργανισμού του Μεγάρου. Τη θέση του κ. Μανωλόπουλου κατέλαβε ο γιός του κ. Δημαρά ο οποίος φαίνεται πως με τις διαδοχικές «προσλήψεις» συμβούλων ελέγχει το Διοικητικό Συμβούλιο των «Φίλων» αλλά όχι και την Γενική Συνέλευση του Συλλόγου.
Αν δεν δοθεί η έγκριση τους τα πράγματα περιπλέκονται αρκετά και δεν αποκλείεται η όποια λύση δοθεί να βρει «Φίλους» διατεθειμένους να τραβήξουν την υπόθεση μέχρι τα δικαστήρια…
Μια πρώτη προσπάθεια της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου να επιφέρει μονομερή τροποποίηση της ιδρυτικής σύμβασης είχε συναντήσει την σθεναρή αντίδραση της μεγάλης πλειοψηφίας των παραδοσιακών «Φίλων της Μουσικής» που θεωρούσαν και εξακολουθούν να θεωρούν ότι μια τέτοιου είδους εξέλιξη θα μετατρέψει το «Μέγαρο» σε μια «ιδιωτικής μορφής ΔΕΚΟ». Η έκφραση αυτή στα ίδια τα μέλη του Συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής» και περιλαμβάνεται σε επιστολή του προς τα μέλη της κυβέρνησης του κ. Γ. Παπανδρέου τον Ιούνιο του 2011. Σήμερα, η ίδια έκφραση σημαίνει και κάτι περισσότερο:
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το θέμα είναι, δεδομένων των συνθηκών, το ποιος αποφασίζει αλλά το πώς καλύπτεται το κόστος της λειτουργίας του «Μεγάρου», με ή χωρίς το «Συνεδριακό»… Και σε αυτό κανείς δεν δίνει μια πειστική απάντηση που να διασφαλίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις επιβίωσης του «Μεγάρου» στη μετά – Λαμπράκη εποχή.
Η μετά – Λαμπράκη εποχή
Ας πάμε όμως λίγα χρόνια πίσω. Τους μήνες που ακολούθησαν το θάνατο του εκδότη Χρήστου Λαμπράκη. Στην χηρεύουσα θέση του προέδρου του Δ.Σ του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής Αθηνών προωθείται ο κ. Γιάννης Μάνος. Αν και μέλος του Συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής» η πρόταση για να γίνει πρόεδρος του «Μεγάρου» ο κ. Μάνος δεν προέρχεται από τους «Φίλους» -όπως θα περίμεναν όλοι όσοι γνώριζαν καλά το τι προέβλεπαν τα κιτάπια της ιδρυτικής σύμβασης του 1981 ανάμεσα στο κράτος, τους «Φίλους» και το «Ιδρυμα Δεκόζη – Βούρου»- αλλά από την πλευρά της τότε κυβέρνησης του κ. Γ. Παπανδρέου. Μάλιστα, λέγεται ότι ο κ. Μάνος είχε και την βοήθεια της κυρίας Αντας Παπανδρέου (συζύγου του τότε πρωθυπουργού) προκειμένου να βάλει την υπογραφή του ο τότε υπουργός Πολιτισμού κ. Παύλος Γερουλάνος. Την ίδια στιγμή, αντιστάθμισμα στην προεδρία Μάνου στέκει ο κ. Κώστας Πυλαρινός ( εκ των εμπίστων του πρώην πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και επί σειρά ετών συνεργάτης του Χρήστου Λαμπράκη) που αναλαμβάνει τη διοίκηση των «Φίλων».
Η σύγκρουση μεταξύ των δύο ανδρών δεν αργεί… Πρώτη αλλά όχι και μοναδική αφορμή, η επίμονη απαίτηση του «Μεγάρου» να καταβληθεί στα ταμεία του το ποσό των 3 εκατομμυρίων ευρώ – που είχε δοθεί ως χορηγία από το Ίδρυμα Ωνάση- για την ολοκλήρωση των έργων στους Κήπους που περιβάλλουν το κτηριακό συγκρότημα. Τα λεφτά έφτασαν στα ταμεία αλλά η …φλόγα της αντιπαράθεσης μεταξύ των «υπερασπιστών της κληρονομιάς Λαμπράκη» και της νέας διοίκησης Μάνου σιγόκαιγε. Η πλευρά Πυλαρινού – που φαίνεται ότι σε εκείνη τουλάχιστον την φάση εκπροσωπούσε την παράδοση και την συνέχεια της- έπαιρνε όσο ήταν δυνατόν αποστάσεις από την πολιτική της «νεοφερμένης διοίκησης», υποστηρίζοντας ότι ο πρόεδρος κ. Μάνος είχε επιλέξει να διαπραγματεύεται χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των «Φίλων» το μέλλον του «Μεγάρου» με τους εκπροσώπους της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου.
Δεν είναι λίγες οι φορές που οι δύο άνδρες κόντεψαν να έρθουν στα χέρια όταν έγινε γνωστό ότι ο κ. Μάνος είχε προσυμφωνήσει την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στο διοικητικό συμβούλιο του «Μεγάρου» δηλαδή το «ιστορικό» 5 – 5 ( τα μισά μέλη από τα κράτος και άλλα μισά από τους «Φίλους») γινόταν 6-5 υπέρ του κράτους.
Μάλιστα, στις αρχές Μαϊου του 2011 ο τότε υπουργός Οικονομικών κ. Γ.Παπακωνσταντίνου στέλνει στους εμπλεκόμενους φορείς – δηλαδή τους «Φίλους» και το «Ιδρυμα Δεκόζη- Βούρου» που εκπροσωπούνται από τον κ. Κ.Πυλαρινό και τον κ. Ευθ. Χριστοδούλου αντίστοιχα- επιστολή που συνοδεύεται από σχέδιο νέας σύμβασης που τροποποιεί την ιδρυτική σύμβαση του 1981 που φέρει τις υπογραφές Γιάννη Παλαιοκρασσά, Μιλτιάδη Εβερτ και Ανδρέα Ανδριανόπουλου (εκπρόσωποι του κράτους), Χρήστου Λαμπράκη ( εκπροσώπου των «Φίλων») και Λάμπρου Ευταξία ( εκπροσώπου του «Ιδρύματος Δεκόζη – Βούρου»). Το σχέδιο – που εντάσσεται όπως αναφέρει ο κ. Παπακωνσταντίνου στο πλαίσιο «της νομοθετικής πρωτοβουλίας της κυβέρνησης για την ανάληψη από το Ελληνικό Δημόσιο της εξυπηρέτησης του δανείου που έχει χορηγηθεί στον Οργανισμό Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (Ο.Μ.Μ.Α) με την εγγύηση του δημοσίου»- προβλέπει την αλλαγή του 6-5. Δέκα μέρες αργότερα ο κ. Πυλαρινός –ως πρόεδρος των «Φίλων» αλλά και πρόεδρος Δ.Σ της «Ενώσεως τ.Βουλευτών –τ. Ευρωβουλευτών» στέλνει μια επιστολή στον κ. Παπακωνσταντίνου που τον κατηγορεί για «μονομερή ανατροπή της συμβάσεως του 1981».
«Η μονομερής ανατροπή της συμβάσεως του 1981 η οποία κυρώθηκε με νόμο της Βουλής των Ελλήνων», επισημαίνει, «δεν μπορεί να γίνει δεκτή σε καθεστώς δημοκρατίας». Μάλιστα, ο κ. Πυλαρινός στρέφεται και εναντίον των συμβούλων του υπουργού – χωρίς να διευκρινίζει το ποιους ακριβώς εννοεί…- κατηγορώντας τους ότι αποφεύγουν τον διάλογο αλλά και γιατί «ανεύθυνα και πρόχειρα οδηγούν τα πράγματα όχι σε καθαρή λύση αλλά σε πρόσθετα αδιέξοδα με νομικά αυθαίρετα άλματα».
Πρωταγωνιστές σε αυτήν την υπόθεση – που αποτελεί ένα εν δυνάμει συναρπαστικό «αστικό μυθιστόρημα»- είναι πρώην συνεργάτες του εκδότη Χρήστου Λαμπράκη, γνωστοί δημοσιογράφοι και νομικοί, πρώην και νυν πολιτικοί με επιρροή και στα κόμματα της σημερινής κυβέρνησης. Η τελευταία επιχειρεί να περάσει από την Βουλή ένα νόμο που να τροποποιεί όλα όσα προέβλεπε η ιδρυτική σύμβαση του «Μεγάρου» το καλοκαίρι του 1981. Η πιο σημαντική αλλαγή είναι εκείνη που αφορά τον συσχετισμό δυνάμεων στο Δ.Σ του «Μεγάρου».
Η σύμβαση του 1981 προέβλεπε ότι το κράτος και οι «Φίλοι της Μουσικής» θα όριζαν από 5 μέλη στο 10μελές Δ.Σ , ενώ τώρα η ευθύνη της διοίκησης περνά σχεδόν αποκλειστικά στο κράτος μέσα από την πλειοψηφία των 6 μελών που θα ορίζονται από την εκάστοτε κυβέρνηση. Επιπλέον, με το προωθούμενο νομοσχέδιο το «Συνεδριακό Κέντρο» δηλαδή η λεγόμενη «νέα πτέρυγα του Μεγάρου» μεταβιβάζεται στο κράτος. Παράλληλα, ρυθμίζονται αφενός το δάνειο του «Μεγάρου» προς την Εθνική Τράπεζα και αφετέρου το δημόσιο αναλαμβάνει τις δανειακές υποχρεώσεις του «Μεγάρου» έναντι της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
Με άλλα λόγια, το κείμενο του νομοσχεδίου θα μπορούσε να διαμορφώσει το έδαφος για ένα έντιμο συμβιβασμό ανάμεσα στα ιδρυτικά μέρη – το Δημόσιο, το Σύλλογο «Οι Φίλοι της Μουσικής» και το «Ίδρυμα Δεκόζη-Βούρου»- και να ανοίγει μια νέα προοπτική για την επιβίωση και την ανάπτυξη του «Μεγάρου» ως αυτόνομης μονάδας παραγωγής πολιτιστικού και καλλιτεχνικού έργου τα επόμενα δύσκολα χρόνια. Σε κάθε περίπτωση η αναγκαιότητα του έντιμου συμβιβασμού δεν αμφισβητείται από κανένα από τους εμπλεκόμενους, εκείνο που φαίνεται όμως να τρομάζει μια πολύ μεγάλη μερίδα παραδοσιακών μελών των «Φίλων της Μουσικής» είναι η προοπτική να καταλήξει το «Μέγαρο» σαν μια από τις πολλές ΔΕΚΟ…
Το σχέδιο επιχειρείται να προωθηθεί στη Βουλή το συντομότερο δυνατό με την προϋπόθεση ότι σε αυτό θα συναινέσουν και οι «Φίλοι της Μουσικής» που έχουν κληθεί σε γενική συνέλευση στις 9 Ιανουαρίου. Υπέρ της κυβερνητικής πρωτοβουλίας φέρονται τόσο ο σημερινός πρόεδρος του «Μεγάρου» κ. Γιάννης Μάνος – γενικός γραμματέας επί σειρά ετών της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών και για ένα μικρό χρονικό διάστημα στις αρχές της δεκαετίας του 2000 επικεφαλής της Γενικής Τράπεζας- όσο και ο πρόεδρος των «Φίλων της Μουσικής» νομικός κ. Πάνος Δημαράς. Ο τελευταίος που προέρχεται από το «Ιδρυμα Δεκόζη – Βούρου» διαδέχθηκε στη θέση αυτή τον πρώην βουλευτή κ. Κωνσταντίνο Πυλαρινό – άνθρωπο της εμπιστοσύνης του πρώην πρωθυπουργού κ. Κων/νου Μητσοτάκη- που ήταν από τους σθεναρούς αντιπάλους κάθε μονομερούς αλλαγής της ιδρυτικής σύμβασης του 1981.
Ο κ. Μάνος μέχρι το τελευταίο καλοκαίρι ήταν ένας καλοπληρωμένος σύμβουλος διοίκησης στο ΔΟΛ. Οι αμοιβές του σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες έφθαναν τα 18 χιλιάδες ευρώ το μήνα, γεγονός που του επέτρεπε να αφιερώνεται πλήρως στο αξίωμα του προέδρου του «Μεγάρου» (μια θέση εν πολλοίς τιμητική και κυρίως άμισθη). Η έξοδος του κ. Μάνου από το μισθολόγιο του ΔΟΛ συνέπεσε χρονικά με την παύση του γενικού διευθυντή κ. Νίκου Μανωλόπουλου –παλιού τραπεζικού και προσώπου εμπιστοσύνης του Χρήστου Λαμπράκη από τη πρώτη μέρα λειτουργίας του Οργανισμού του Μεγάρου. Τη θέση του κ. Μανωλόπουλου κατέλαβε ο γιός του κ. Δημαρά ο οποίος φαίνεται πως με τις διαδοχικές «προσλήψεις» συμβούλων ελέγχει το Διοικητικό Συμβούλιο των «Φίλων» αλλά όχι και την Γενική Συνέλευση του Συλλόγου.
Αν δεν δοθεί η έγκριση τους τα πράγματα περιπλέκονται αρκετά και δεν αποκλείεται η όποια λύση δοθεί να βρει «Φίλους» διατεθειμένους να τραβήξουν την υπόθεση μέχρι τα δικαστήρια…
Μια πρώτη προσπάθεια της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου να επιφέρει μονομερή τροποποίηση της ιδρυτικής σύμβασης είχε συναντήσει την σθεναρή αντίδραση της μεγάλης πλειοψηφίας των παραδοσιακών «Φίλων της Μουσικής» που θεωρούσαν και εξακολουθούν να θεωρούν ότι μια τέτοιου είδους εξέλιξη θα μετατρέψει το «Μέγαρο» σε μια «ιδιωτικής μορφής ΔΕΚΟ». Η έκφραση αυτή στα ίδια τα μέλη του Συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής» και περιλαμβάνεται σε επιστολή του προς τα μέλη της κυβέρνησης του κ. Γ. Παπανδρέου τον Ιούνιο του 2011. Σήμερα, η ίδια έκφραση σημαίνει και κάτι περισσότερο:
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το θέμα είναι, δεδομένων των συνθηκών, το ποιος αποφασίζει αλλά το πώς καλύπτεται το κόστος της λειτουργίας του «Μεγάρου», με ή χωρίς το «Συνεδριακό»… Και σε αυτό κανείς δεν δίνει μια πειστική απάντηση που να διασφαλίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις επιβίωσης του «Μεγάρου» στη μετά – Λαμπράκη εποχή.
Η μετά – Λαμπράκη εποχή
Ας πάμε όμως λίγα χρόνια πίσω. Τους μήνες που ακολούθησαν το θάνατο του εκδότη Χρήστου Λαμπράκη. Στην χηρεύουσα θέση του προέδρου του Δ.Σ του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής Αθηνών προωθείται ο κ. Γιάννης Μάνος. Αν και μέλος του Συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής» η πρόταση για να γίνει πρόεδρος του «Μεγάρου» ο κ. Μάνος δεν προέρχεται από τους «Φίλους» -όπως θα περίμεναν όλοι όσοι γνώριζαν καλά το τι προέβλεπαν τα κιτάπια της ιδρυτικής σύμβασης του 1981 ανάμεσα στο κράτος, τους «Φίλους» και το «Ιδρυμα Δεκόζη – Βούρου»- αλλά από την πλευρά της τότε κυβέρνησης του κ. Γ. Παπανδρέου. Μάλιστα, λέγεται ότι ο κ. Μάνος είχε και την βοήθεια της κυρίας Αντας Παπανδρέου (συζύγου του τότε πρωθυπουργού) προκειμένου να βάλει την υπογραφή του ο τότε υπουργός Πολιτισμού κ. Παύλος Γερουλάνος. Την ίδια στιγμή, αντιστάθμισμα στην προεδρία Μάνου στέκει ο κ. Κώστας Πυλαρινός ( εκ των εμπίστων του πρώην πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και επί σειρά ετών συνεργάτης του Χρήστου Λαμπράκη) που αναλαμβάνει τη διοίκηση των «Φίλων». Η σύγκρουση μεταξύ των δύο ανδρών δεν αργεί… Πρώτη αλλά όχι και μοναδική αφορμή, η επίμονη απαίτηση του «Μεγάρου» να καταβληθεί στα ταμεία του το ποσό των 3 εκατομμυρίων ευρώ – που είχε δοθεί ως χορηγία από το Ίδρυμα Ωνάση- για την ολοκλήρωση των έργων στους Κήπους που περιβάλλουν το κτηριακό συγκρότημα. Τα λεφτά έφτασαν στα ταμεία αλλά η …φλόγα της αντιπαράθεσης μεταξύ των «υπερασπιστών της κληρονομιάς Λαμπράκη» και της νέας διοίκησης Μάνου σιγόκαιγε. Η πλευρά Πυλαρινού – που φαίνεται ότι σε εκείνη τουλάχιστον την φάση εκπροσωπούσε την παράδοση και την συνέχεια της- έπαιρνε όσο ήταν δυνατόν αποστάσεις από την πολιτική της «νεοφερμένης διοίκησης», υποστηρίζοντας ότι ο πρόεδρος κ. Μάνος είχε επιλέξει να διαπραγματεύεται χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των «Φίλων» το μέλλον του «Μεγάρου» με τους εκπροσώπους της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου.
Δεν είναι λίγες οι φορές που οι δύο άνδρες κόντεψαν να έρθουν στα χέρια όταν έγινε γνωστό ότι ο κ. Μάνος είχε προσυμφωνήσει την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στο διοικητικό συμβούλιο του «Μεγάρου» δηλαδή το «ιστορικό» 5 – 5 ( τα μισά μέλη από τα κράτος και άλλα μισά από τους «Φίλους») γινόταν 6-5 υπέρ του κράτους.
Μάλιστα, στις αρχές Μαϊου του 2011 ο τότε υπουργός Οικονομικών κ. Γ.Παπακωνσταντίνου στέλνει στους εμπλεκόμενους φορείς – δηλαδή τους «Φίλους» και το «Ιδρυμα Δεκόζη- Βούρου» που εκπροσωπούνται από τον κ. Κ.Πυλαρινό και τον κ. Ευθ. Χριστοδούλου αντίστοιχα- επιστολή που συνοδεύεται από σχέδιο νέας σύμβασης που τροποποιεί την ιδρυτική σύμβαση του 1981 που φέρει τις υπογραφές Γιάννη Παλαιοκρασσά, Μιλτιάδη Εβερτ και Ανδρέα Ανδριανόπουλου (εκπρόσωποι του κράτους), Χρήστου Λαμπράκη ( εκπροσώπου των «Φίλων») και Λάμπρου Ευταξία ( εκπροσώπου του «Ιδρύματος Δεκόζη – Βούρου»). Το σχέδιο – που εντάσσεται όπως αναφέρει ο κ. Παπακωνσταντίνου στο πλαίσιο «της νομοθετικής πρωτοβουλίας της κυβέρνησης για την ανάληψη από το Ελληνικό Δημόσιο της εξυπηρέτησης του δανείου που έχει χορηγηθεί στον Οργανισμό Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (Ο.Μ.Μ.Α) με την εγγύηση του δημοσίου»- προβλέπει την αλλαγή του 6-5. Δέκα μέρες αργότερα ο κ. Πυλαρινός –ως πρόεδρος των «Φίλων» αλλά και πρόεδρος Δ.Σ της «Ενώσεως τ.Βουλευτών –τ. Ευρωβουλευτών» στέλνει μια επιστολή στον κ. Παπακωνσταντίνου που τον κατηγορεί για «μονομερή ανατροπή της συμβάσεως του 1981».
«Η μονομερής ανατροπή της συμβάσεως του 1981 η οποία κυρώθηκε με νόμο της Βουλής των Ελλήνων», επισημαίνει, «δεν μπορεί να γίνει δεκτή σε καθεστώς δημοκρατίας». Μάλιστα, ο κ. Πυλαρινός στρέφεται και εναντίον των συμβούλων του υπουργού – χωρίς να διευκρινίζει το ποιους ακριβώς εννοεί…- κατηγορώντας τους ότι αποφεύγουν τον διάλογο αλλά και γιατί «ανεύθυνα και πρόχειρα οδηγούν τα πράγματα όχι σε καθαρή λύση αλλά σε πρόσθετα αδιέξοδα με νομικά αυθαίρετα άλματα».