Μια από τις κορυφαίες ανδρικές φωνές του 20ού αιώνα και πρωτεργάτης αυτού που σήμερα ονομάζουμε «κοσμικός», για τον Φρανκ Σινάτρα μιλούν καλύτερα τα έργα και οι ημέρες του.
Ο τραγουδιστής που ερμήνευε τα κομμάτια ως προσωπικές δηλώσεις, αισθαντικά και στο «μιλητό», με την ευκολία των αυτοσχεδιαστικών ακροβασιών της τζαζ, θα μας χάριζε περισσότερες από 1.400 ηχογραφήσεις σε ένα από τα πλέον ογκώδη και τιμημένα μουσικά έργα.
Καινοτόμος, νεωτεριστής και αντισυμβατικός, θα έβαζε κατόπιν στο στόχαστρο τον κινηματογράφο, γινόμενος ένα από τα πρώτα λαϊκά είδωλα, ένας σουπερστάρ δηλαδή που μέσα από τη δημόσια εικόνα του καθιέρωσε μια περσόνα που το κοινό έβρισκε ακαταμάχητη!
Όσο για την έντονη και περιπετειώδη προσωπική του ζωή, τα θυελλώδη ειδύλλια και τις διαβόητες σχέσεις του με τον υπόκοσμο και το οργανωμένο έγκλημα, μόνο στον μύθο του προσέθεταν λιθαράκια, κάνοντάς τον συνώνυμο της εύθραυστης αρρενωπότητας...
Πρώτα χρόνια
Ο Φράνσις Άλμπερτ «Φρανκ» Σινάτρα γεννιέται στις 12 Δεκεμβρίου 1915 στο Χομπόκεν του νεοϋρκέζικου Νιου Τζέρσεϊ ως ο μοναχογιός μιας οικογένειας σικελών μεταναστών. «Αλιτήριος» και αεικίνητος, ο νεαρός Σινάτρα θα γίνει αρχηγός εφηβικής συμμορίας της γειτονιάς, με την ιδιαίτερη φωνή του ωστόσο να βρίσκει διέξοδο από πολύ νωρίς στο τραγούδι.
Κι όταν στην εφηβεία του ακούει τον «πολύ» Μπινγκ Κρόσμπι να ερμηνεύει ζωντανά, παίρνει την απόφαση να γίνει τραγουδιστής! Εγκαταλείπει λοιπόν το σχολείο και αρχίζει να εμφανίζεται σε νυχτερινά κέντρα διασκέδασης, με τη βαρύτονη φωνή του να λειτουργεί ως διαβατήριο.
Και ήταν ακριβώς η έκθεση στο ραδιόφωνο που θα τον έβαζε στο στόχαστρο του ηγέτη μπάντας Harry James (Harry James Orchestra), στο πλευρό του οποίου κάνει ο Σινάτρα τις πρώτες του ηχογραφήσεις, όπως το «All or Nothing at All».
Το 1940, ο Tommy Dorsey καλεί τον Σινάτρα στη δική του μπάντα και έπειτα από δύο χρόνια επιτυχίας, ο Φρανκ αποφασίζει να ακολουθήσει τη δική του ρότα...
Σόλο καριέρα
Μεταξύ 1943-1946, η σόλο πορεία του Σινάτρα απογειώθηκε: όχι λιγότερα από 17 singles καταφέρνουν να σκαρφαλώσουν στα Top 10 charts! To πλήθος των πιστών οπαδών του, που τον ακολουθούσαν κυριολεκτικά παντού, μαγνητίζονται από τη βαρύτονη χροιά του και τον αποκαλούν πλέον «The Voice» και «The Sultan of Swoon»!
«Ήταν τα χρόνια του Πολέμου και υπήρχε τραγική μοναξιά», ανακαλούσε άλλοτε ο Σινάτρα για την εποχή, ο οποίος κρίθηκε ακατάλληλος για στρατιωτική θητεία εξαιτίας προβλήματος στο τύμπανο του αυτιού του. Την ίδια εποχή κάνει και το ντεμπούτο του στο σινεμά, εξαργυρώνοντας την ασύλληπτη επιτυχία του στη μουσική: το 1943 παίρνει μέρος στο καστ του «Higher and Higher».
Το 1945, ο Σινάτρα θα αποσπάσει μια ειδική βράβευση από την Ακαδημία Κινηματογράφου για ένα 10λεπτο φιλμάκι που προωθούσε τη φυλετική και θρησκευτική ανοχή στα μέτωπα του πολέμου.
Στα μεταπολεμικά χρόνια ωστόσο, η ξέφρενη επιτυχία που είχε γνωρίσει νωρίτερα άρχισε να φθίνει, με τον ίδιο να χάνει κινηματογραφικά συμβόλαια και να μην μπορεί να ηχογραφήσει (αρχές του 1950). Παρά το αδιέξοδο στο οποίο βρέθηκε, ο ίδιος θα κάνει θριαμβευτική επιστροφή το 1953, κερδίζοντας Όσκαρ Β'Ανδρικού Ρόλου για την ερμηνεία του ως αμερικανο-ιταλός στρατιώτης στην ταινία «Όσο Υπάρχουν Άνθρωποι» (From Here to Eternity).
Παρά το γεγονός ότι ο ρόλος του ήταν ο πρώτος μη-τραγουδιστικός στην κινηματογραφική του ιστορία, ο Σινάτρα σύντομα θα έβρισκε και πάλι τον δρόμο προς τη δισκογραφία, υπογράφοντας παχυλό συμβόλαιο με την Capitol Records την ίδια χρονιά. Η μουσική του Σινάτρα στη δεκαετία του 1950 γίνεται πιο ώριμη, με τον ίδιο να υιοθετεί πιο τζαζ ηχοχρώματα.
Έχοντας και πάλι ανέλθει στο σταριλίκι, ο Σινάτρα θα εγκαθιδρυόταν εκεί στα χρόνια που θα έρχονταν, τόσο στη μουσική όσο και το σινεμά. Τίποτα δεν θα μπορούσε πλέον να τον απειλήσει! Και βέβαια σύντομα θα ερχόταν και η αναγνώριση των κριτικών, τόσο με τον ρόλο του στο «The Manchurian Candidate» (1962) όσο και την εμφάνισή του στο «The Man with the Golden Arm» (1955), για το οποίο απέσπασε μάλιστα άλλη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ.
Εν τω μεταξύ, συνέχιζε να σκαρφαλώνει στις πρώτες θέσεις των Top 10 singles σε όλη τη δεκαετία του '50! Και όταν οι πωλήσεις άρχισαν να παίρνουν την κάτω βόλτα, ο Φρανκ εγκατέλειψε την Capitol και ίδρυσε τη δική του εταιρεία παραγωγής, τη Reprise. Και βέβαια σε συνεργασία με το στούντιο της Warner Bros., που θα εξαγόραζε κατόπιν τη Reprise, ο Σινάτρα έστησε δική του, ανεξάρτητη, εταιρεία κινηματογραφικών παραγωγών, την Artanis...
Η Rat Pack
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '60, ο Σινάτρα ήταν και πάλι στην απόλυτη κορυφή! Αφού έλαβε τιμητικό Γκράμι για τη συνολική του προσφορά και έγινε πρωτοσέλιδο για την ερμηνεία του στο Newport Jazz Festival του 1965 με την περίφημη Count Basie's Orchestra, την ίδια εποχή ξεκίνησε και η πολυετής του σχέση με το Λας Βέγκας: ο Σινάτρα θα εμφανιζόταν για πολλά χρόνια ως το μεγάλο όνομα στο Caesars Palace...
Και βέβαια ως ιδρυτικό μέλος της φοβερής και τρομερής «Rat Pack», από κοινού με τους Ντιν Μάρτιν, Σάμι Ντέιβις Τζ., Peter Lawford και Joey Bishop, ο Σινάτρα θα γινόταν η επιτομή του αρσενικού: πότης, γυναικάς, τζογαδόρος! Μια εικόνα που θα τον ακολουθούσε έκτοτε και θα ανατροφοδοτούταν από τον Τύπο χτίζοντας έναν ασύλληπτο μύθο.
Με το μοντέρνο του look και τη διαχρονική του κλάση, για να μην αναφέρουμε το μνημειώδες κομμάτι του 1968 «My Way», ακόμα και τα αντισυμβατικά νιάτα της Αμερικής ήταν υποχρεωμένα να υποκλιθούν μπροστά του. Κάτι που έκανε έναν άλλο αμερικανικό μύθο, τον Τζιμ Μόρισον των Doors, να παραδεχτεί σχετικά: «Κανείς δεν μπορεί να τον φτάσει!».
Έπειτα από ένα σύντομο διάλειμμα στις αρχές του 1970, ο Σινάτρα επιστρέφει στη μουσική σκηνή με το άλμπουμ «Ol' Blue Eyes Is Back» (1973), την ώρα που γίνεται και πολιτικά πιο δραστήριος. Έχοντας ήδη επισκεφτεί τον Λευκό Οίκο το 1944 στην εκστρατεία του υπέρ της επανεκλογής του Ρούζβελτ, ο Σινάτρα εργάστηκε παθιασμένα για την εκλογή του Τζον Κένεντι στην προεδρία των ΗΠΑ το 1960 και κατόπιν επόπτευσε το εναρκτήριο γκαλά στην Ουάσιγκτον, με τους δύο άντρες να συνδέονται με βαθιά φιλία.
Οι σχέσεις τους ωστόσο πήραν την κάτω βόλτα όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ ακύρωσε την επίσκεψή του στην οικία του Σινάτρα εξαιτίας των σχέσεων του κοσμικού τραγουδιστή με τον «νονό» και βασιλιά του υποκόσμου του Σικάγο Sam Giancana!
Μέχρι το 1970, ο Σινάτρα είχε εγκαταλείψει τις Δημοκρατικές του πεποιθήσεις και αγκάλιασε πλέον το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, υποστηρίζοντας τόσο τον Ρίτσαρντ Νίξον όσο και αργότερα τον στενό του φίλο Ρόναλντ Ρίγκαν, ο οποίος απένειμε το 1985 στον θρύλο του πενταγράμμου το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας, την ύψιστη πολιτειακή τιμή που μπορεί να λάβει αμερικανός πολίτης...
Προσωπική ζωή
Ο Φρανκ Σινάτρα παντρεύτηκε τον παιδικό του πόθο Nancy Barbato το 1939, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά, τη Nancy (1940), τον Frank Jr. (1944) και την Tina (1948), πριν ο γάμος τους φτάσει στο τέλος του, εκεί στα τέλη του 1940.
Το 1951, ο Σινάτρα παντρεύτηκε την περίφημη ηθοποιό Άβα Γκάρντνερ...
Και μετά τον χωρισμό τους, ο Φράνκι παντρεύτηκε και για τρίτη φορά, τη Μία Φάροου (1966), με την ένωση να καταλήγει ωστόσο σε άλλο ένα διαβόητο διαζύγιο μόλις δύο χρόνια αργότερα (1968)...
Ο Σινάτρα θα έκανε το μεγάλο βήμα για άλλη μια φορά στη ζωή του: ήταν το 1976 όταν ενώθηκε με τα ιερά δεσμά του γάμου με την Barbara Blakely Marx, τη χήρα του φημισμένου κωμικού των αδελφών Μαρξ, Ζέπο! Και αυτή ήταν η καθοριστική φορά, με το ζευγάρι να παραμένει μαζί για περισσότερο από 20 χρόνια, μέχρι τον θάνατο του Σινάτρα.
Πολύ πρόσφατα, τον Οκτώβριο του 2013, η Μία Φάροου δήλωσε δημόσια ότι ο Σινάτρα θα μπορούσε να είναι ο πατέρας του 25χρονου πλέον γιου της, Ronan, που ήταν μέχρι σήμερα το μόνο επίσημο βιολογικό παιδί που έκανε με τον Γούντι Άλλεν.
Όσο για τις αποκαλύψεις της μητέρας του, η οποία έφτασε να ισχυριστεί ότι ο Σινάτρα ήταν ο έρωτας της ζωής της και «ποτέ δεν χωρίσαμε ουσιαστικά», ο Ronan τουίταρε αστειευόμενος: «Ακούστε, όλοι μας είμαστε -πιθανότατα- παιδιά του Φρανκ Σινάτρα»...
Θάνατος και κληρονομιά
Το 1987, η συγγραφέας Kitty Kelley δημοσίευσε μια μη εξουσιοδοτημένη βιογραφία του Σινάτρα, σκιαγραφώντας ένα πορτρέτο του σύμφωνα με το οποίο ο τραγουδιστής βασίστηκε στις σχέσεις του με τη Μαφία για να χτίσει τη λαμπρή του καριέρα. Τέτοιοι ισχυρισμοί απέτυχαν φυσικά να κηλιδώσουν το όνομά του και να βλάψουν τη δημοτικότητά του.
Το 1993, σε ηλικία 77 ετών, ο Σινάτρα έδωσε άλλη μια ώθηση στην καριέρα του ρίχνοντας στην κυκλοφορία το «Frank Sinatra Duets», μια συλλογή 13 ιστορικών κομματιών του που ηχογράφησε εκ νέου με τoυς Barbra Streisand, Bono, Tony Bennett και Aretha Franklin...
Ο Σινάτρα εμφανίστηκε ζωντανά για τελευταία φορά το 1995 στο Palm Desert Marriott Ballroom της Καλιφόρνια. Στις 12 Μαΐου 1998, ο μεγάλος ερμηνευτής έφυγε από τη ζωή χτυπημένος από έμφραγμα: ήταν 82 χρονών.
Ήταν η τελευταία πράξη σε μια καριέρα που απλώθηκε σε περισσότερα από 50 χρόνια, με τη μαζική αποδοχή του να συνεχίζει βέβαια να συγκινεί τα πλήθη, κι αυτό γιατί όπως το έλεγε εξάλλου και ο ίδιος: «Όταν τραγουδώ, πιστεύω ότι είμαι ειλικρινής». Αυτός ήταν ο Φρανκ Σινάτρα, ένας άνθρωπος που έζησε τη ζωή με τον δικό του τρόπο...
Ο τραγουδιστής που ερμήνευε τα κομμάτια ως προσωπικές δηλώσεις, αισθαντικά και στο «μιλητό», με την ευκολία των αυτοσχεδιαστικών ακροβασιών της τζαζ, θα μας χάριζε περισσότερες από 1.400 ηχογραφήσεις σε ένα από τα πλέον ογκώδη και τιμημένα μουσικά έργα.
Καινοτόμος, νεωτεριστής και αντισυμβατικός, θα έβαζε κατόπιν στο στόχαστρο τον κινηματογράφο, γινόμενος ένα από τα πρώτα λαϊκά είδωλα, ένας σουπερστάρ δηλαδή που μέσα από τη δημόσια εικόνα του καθιέρωσε μια περσόνα που το κοινό έβρισκε ακαταμάχητη!
Όσο για την έντονη και περιπετειώδη προσωπική του ζωή, τα θυελλώδη ειδύλλια και τις διαβόητες σχέσεις του με τον υπόκοσμο και το οργανωμένο έγκλημα, μόνο στον μύθο του προσέθεταν λιθαράκια, κάνοντάς τον συνώνυμο της εύθραυστης αρρενωπότητας...
Πρώτα χρόνια
Ο Φράνσις Άλμπερτ «Φρανκ» Σινάτρα γεννιέται στις 12 Δεκεμβρίου 1915 στο Χομπόκεν του νεοϋρκέζικου Νιου Τζέρσεϊ ως ο μοναχογιός μιας οικογένειας σικελών μεταναστών. «Αλιτήριος» και αεικίνητος, ο νεαρός Σινάτρα θα γίνει αρχηγός εφηβικής συμμορίας της γειτονιάς, με την ιδιαίτερη φωνή του ωστόσο να βρίσκει διέξοδο από πολύ νωρίς στο τραγούδι.
Κι όταν στην εφηβεία του ακούει τον «πολύ» Μπινγκ Κρόσμπι να ερμηνεύει ζωντανά, παίρνει την απόφαση να γίνει τραγουδιστής! Εγκαταλείπει λοιπόν το σχολείο και αρχίζει να εμφανίζεται σε νυχτερινά κέντρα διασκέδασης, με τη βαρύτονη φωνή του να λειτουργεί ως διαβατήριο.
Και ήταν ακριβώς η έκθεση στο ραδιόφωνο που θα τον έβαζε στο στόχαστρο του ηγέτη μπάντας Harry James (Harry James Orchestra), στο πλευρό του οποίου κάνει ο Σινάτρα τις πρώτες του ηχογραφήσεις, όπως το «All or Nothing at All».
Το 1940, ο Tommy Dorsey καλεί τον Σινάτρα στη δική του μπάντα και έπειτα από δύο χρόνια επιτυχίας, ο Φρανκ αποφασίζει να ακολουθήσει τη δική του ρότα...
Σόλο καριέρα
Μεταξύ 1943-1946, η σόλο πορεία του Σινάτρα απογειώθηκε: όχι λιγότερα από 17 singles καταφέρνουν να σκαρφαλώσουν στα Top 10 charts! To πλήθος των πιστών οπαδών του, που τον ακολουθούσαν κυριολεκτικά παντού, μαγνητίζονται από τη βαρύτονη χροιά του και τον αποκαλούν πλέον «The Voice» και «The Sultan of Swoon»!
«Ήταν τα χρόνια του Πολέμου και υπήρχε τραγική μοναξιά», ανακαλούσε άλλοτε ο Σινάτρα για την εποχή, ο οποίος κρίθηκε ακατάλληλος για στρατιωτική θητεία εξαιτίας προβλήματος στο τύμπανο του αυτιού του. Την ίδια εποχή κάνει και το ντεμπούτο του στο σινεμά, εξαργυρώνοντας την ασύλληπτη επιτυχία του στη μουσική: το 1943 παίρνει μέρος στο καστ του «Higher and Higher».
Το 1945, ο Σινάτρα θα αποσπάσει μια ειδική βράβευση από την Ακαδημία Κινηματογράφου για ένα 10λεπτο φιλμάκι που προωθούσε τη φυλετική και θρησκευτική ανοχή στα μέτωπα του πολέμου.
Στα μεταπολεμικά χρόνια ωστόσο, η ξέφρενη επιτυχία που είχε γνωρίσει νωρίτερα άρχισε να φθίνει, με τον ίδιο να χάνει κινηματογραφικά συμβόλαια και να μην μπορεί να ηχογραφήσει (αρχές του 1950). Παρά το αδιέξοδο στο οποίο βρέθηκε, ο ίδιος θα κάνει θριαμβευτική επιστροφή το 1953, κερδίζοντας Όσκαρ Β'Ανδρικού Ρόλου για την ερμηνεία του ως αμερικανο-ιταλός στρατιώτης στην ταινία «Όσο Υπάρχουν Άνθρωποι» (From Here to Eternity).
Παρά το γεγονός ότι ο ρόλος του ήταν ο πρώτος μη-τραγουδιστικός στην κινηματογραφική του ιστορία, ο Σινάτρα σύντομα θα έβρισκε και πάλι τον δρόμο προς τη δισκογραφία, υπογράφοντας παχυλό συμβόλαιο με την Capitol Records την ίδια χρονιά. Η μουσική του Σινάτρα στη δεκαετία του 1950 γίνεται πιο ώριμη, με τον ίδιο να υιοθετεί πιο τζαζ ηχοχρώματα.
Έχοντας και πάλι ανέλθει στο σταριλίκι, ο Σινάτρα θα εγκαθιδρυόταν εκεί στα χρόνια που θα έρχονταν, τόσο στη μουσική όσο και το σινεμά. Τίποτα δεν θα μπορούσε πλέον να τον απειλήσει! Και βέβαια σύντομα θα ερχόταν και η αναγνώριση των κριτικών, τόσο με τον ρόλο του στο «The Manchurian Candidate» (1962) όσο και την εμφάνισή του στο «The Man with the Golden Arm» (1955), για το οποίο απέσπασε μάλιστα άλλη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ.
Εν τω μεταξύ, συνέχιζε να σκαρφαλώνει στις πρώτες θέσεις των Top 10 singles σε όλη τη δεκαετία του '50! Και όταν οι πωλήσεις άρχισαν να παίρνουν την κάτω βόλτα, ο Φρανκ εγκατέλειψε την Capitol και ίδρυσε τη δική του εταιρεία παραγωγής, τη Reprise. Και βέβαια σε συνεργασία με το στούντιο της Warner Bros., που θα εξαγόραζε κατόπιν τη Reprise, ο Σινάτρα έστησε δική του, ανεξάρτητη, εταιρεία κινηματογραφικών παραγωγών, την Artanis...
Η Rat Pack
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '60, ο Σινάτρα ήταν και πάλι στην απόλυτη κορυφή! Αφού έλαβε τιμητικό Γκράμι για τη συνολική του προσφορά και έγινε πρωτοσέλιδο για την ερμηνεία του στο Newport Jazz Festival του 1965 με την περίφημη Count Basie's Orchestra, την ίδια εποχή ξεκίνησε και η πολυετής του σχέση με το Λας Βέγκας: ο Σινάτρα θα εμφανιζόταν για πολλά χρόνια ως το μεγάλο όνομα στο Caesars Palace...
Και βέβαια ως ιδρυτικό μέλος της φοβερής και τρομερής «Rat Pack», από κοινού με τους Ντιν Μάρτιν, Σάμι Ντέιβις Τζ., Peter Lawford και Joey Bishop, ο Σινάτρα θα γινόταν η επιτομή του αρσενικού: πότης, γυναικάς, τζογαδόρος! Μια εικόνα που θα τον ακολουθούσε έκτοτε και θα ανατροφοδοτούταν από τον Τύπο χτίζοντας έναν ασύλληπτο μύθο.
Με το μοντέρνο του look και τη διαχρονική του κλάση, για να μην αναφέρουμε το μνημειώδες κομμάτι του 1968 «My Way», ακόμα και τα αντισυμβατικά νιάτα της Αμερικής ήταν υποχρεωμένα να υποκλιθούν μπροστά του. Κάτι που έκανε έναν άλλο αμερικανικό μύθο, τον Τζιμ Μόρισον των Doors, να παραδεχτεί σχετικά: «Κανείς δεν μπορεί να τον φτάσει!».
Έπειτα από ένα σύντομο διάλειμμα στις αρχές του 1970, ο Σινάτρα επιστρέφει στη μουσική σκηνή με το άλμπουμ «Ol' Blue Eyes Is Back» (1973), την ώρα που γίνεται και πολιτικά πιο δραστήριος. Έχοντας ήδη επισκεφτεί τον Λευκό Οίκο το 1944 στην εκστρατεία του υπέρ της επανεκλογής του Ρούζβελτ, ο Σινάτρα εργάστηκε παθιασμένα για την εκλογή του Τζον Κένεντι στην προεδρία των ΗΠΑ το 1960 και κατόπιν επόπτευσε το εναρκτήριο γκαλά στην Ουάσιγκτον, με τους δύο άντρες να συνδέονται με βαθιά φιλία.
Οι σχέσεις τους ωστόσο πήραν την κάτω βόλτα όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ ακύρωσε την επίσκεψή του στην οικία του Σινάτρα εξαιτίας των σχέσεων του κοσμικού τραγουδιστή με τον «νονό» και βασιλιά του υποκόσμου του Σικάγο Sam Giancana!
Μέχρι το 1970, ο Σινάτρα είχε εγκαταλείψει τις Δημοκρατικές του πεποιθήσεις και αγκάλιασε πλέον το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, υποστηρίζοντας τόσο τον Ρίτσαρντ Νίξον όσο και αργότερα τον στενό του φίλο Ρόναλντ Ρίγκαν, ο οποίος απένειμε το 1985 στον θρύλο του πενταγράμμου το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας, την ύψιστη πολιτειακή τιμή που μπορεί να λάβει αμερικανός πολίτης...
Προσωπική ζωή
Ο Φρανκ Σινάτρα παντρεύτηκε τον παιδικό του πόθο Nancy Barbato το 1939, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά, τη Nancy (1940), τον Frank Jr. (1944) και την Tina (1948), πριν ο γάμος τους φτάσει στο τέλος του, εκεί στα τέλη του 1940.
Το 1951, ο Σινάτρα παντρεύτηκε την περίφημη ηθοποιό Άβα Γκάρντνερ...
Και μετά τον χωρισμό τους, ο Φράνκι παντρεύτηκε και για τρίτη φορά, τη Μία Φάροου (1966), με την ένωση να καταλήγει ωστόσο σε άλλο ένα διαβόητο διαζύγιο μόλις δύο χρόνια αργότερα (1968)...
Ο Σινάτρα θα έκανε το μεγάλο βήμα για άλλη μια φορά στη ζωή του: ήταν το 1976 όταν ενώθηκε με τα ιερά δεσμά του γάμου με την Barbara Blakely Marx, τη χήρα του φημισμένου κωμικού των αδελφών Μαρξ, Ζέπο! Και αυτή ήταν η καθοριστική φορά, με το ζευγάρι να παραμένει μαζί για περισσότερο από 20 χρόνια, μέχρι τον θάνατο του Σινάτρα.
Πολύ πρόσφατα, τον Οκτώβριο του 2013, η Μία Φάροου δήλωσε δημόσια ότι ο Σινάτρα θα μπορούσε να είναι ο πατέρας του 25χρονου πλέον γιου της, Ronan, που ήταν μέχρι σήμερα το μόνο επίσημο βιολογικό παιδί που έκανε με τον Γούντι Άλλεν.
Όσο για τις αποκαλύψεις της μητέρας του, η οποία έφτασε να ισχυριστεί ότι ο Σινάτρα ήταν ο έρωτας της ζωής της και «ποτέ δεν χωρίσαμε ουσιαστικά», ο Ronan τουίταρε αστειευόμενος: «Ακούστε, όλοι μας είμαστε -πιθανότατα- παιδιά του Φρανκ Σινάτρα»...
Θάνατος και κληρονομιά
Το 1987, η συγγραφέας Kitty Kelley δημοσίευσε μια μη εξουσιοδοτημένη βιογραφία του Σινάτρα, σκιαγραφώντας ένα πορτρέτο του σύμφωνα με το οποίο ο τραγουδιστής βασίστηκε στις σχέσεις του με τη Μαφία για να χτίσει τη λαμπρή του καριέρα. Τέτοιοι ισχυρισμοί απέτυχαν φυσικά να κηλιδώσουν το όνομά του και να βλάψουν τη δημοτικότητά του.
Το 1993, σε ηλικία 77 ετών, ο Σινάτρα έδωσε άλλη μια ώθηση στην καριέρα του ρίχνοντας στην κυκλοφορία το «Frank Sinatra Duets», μια συλλογή 13 ιστορικών κομματιών του που ηχογράφησε εκ νέου με τoυς Barbra Streisand, Bono, Tony Bennett και Aretha Franklin...
Ο Σινάτρα εμφανίστηκε ζωντανά για τελευταία φορά το 1995 στο Palm Desert Marriott Ballroom της Καλιφόρνια. Στις 12 Μαΐου 1998, ο μεγάλος ερμηνευτής έφυγε από τη ζωή χτυπημένος από έμφραγμα: ήταν 82 χρονών.
Ήταν η τελευταία πράξη σε μια καριέρα που απλώθηκε σε περισσότερα από 50 χρόνια, με τη μαζική αποδοχή του να συνεχίζει βέβαια να συγκινεί τα πλήθη, κι αυτό γιατί όπως το έλεγε εξάλλου και ο ίδιος: «Όταν τραγουδώ, πιστεύω ότι είμαι ειλικρινής». Αυτός ήταν ο Φρανκ Σινάτρα, ένας άνθρωπος που έζησε τη ζωή με τον δικό του τρόπο...