|
Article 1
↧
↧
Article 0
↧
Article 13
↧
Article 12
Για 18η φορά ταξίδεψε η “Διπλωματία των Πόλεων”
Στοκχόλμη- Ολοκληρώθηκε η αποστολή του Δήμου Θεσσαλονίκης για την προώθηση και προβολή της Θεσσαλονίκης στη Σουηδία
Τα μεγαλύτερα ταξιδιωτικά πρακτορεία της Σουηδίας, όπως το Apollo Τourism, το Air Tours, η Tui Σκανδιναβίας, τουριστικοί πράκτορες που ασχολούνται με corporate, mice και incentive tourism, επιχειρηματίες του τουρισμού και εκπρόσωποι της ελληνικής κοινότητας, δημοσιογράφοι και bloggers της Στοκχόλμης παρακολούθησαν με ενδιαφέρον την εκδήλωση της «Διπλωματίας των Πόλεων», που πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη του ΕΟΤ Σκανδιναβίας και Βαλτικών χωρών, για την προβολή και προώθηση της Θεσσαλονίκης και συμμετείχαν στα επαγγελματικά ραντεβού που ακολούθησαν, την Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2018, στο ξενοδοχείο Scandic Anglais.
Με την «ενηλικίωση» της πρωτοβουλίας της «Διπλωματίας των πόλεων», που συμπλήρωσε έτσι 18 αποστολές στο εξωτερικό, υλοποιήθηκε η προσπάθεια προσέγγισης μιας αγοράς με σημαντική δυναμική.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, περισσότεροι από 660.000 Σουηδοί επέλεξαν να επισκεφθούν την Ελλάδα το 2017, ενώ σε σύγκριση με το 2016 ο αριθμός αυτός αυξήθηκε κατά 8,4%.
«Για εμάς είναι σημαντικό να προσελκύσουμε τουρίστες από τις σκανδιναβικές χώρες, καθώς αυτήν την στιγμή είναι πολύ χαμηλά τα νούμερα. Η πόλη μας όμως διαθέτει όλα τα εχέγγυα και τα χαρακτηριστικά για να διεκδικήσει μερίδιο αυτής της πολλά υποσχόμενης αγοράς» τόνισε είπε ο Αντιδήμαρχος Τουριστικής Ανάπτυξης και Διεθνών Σχέσεων και επικεφαλής της αποστολής, Σπύρος Πέγκας. «Τα πρώτα δείγματα της διάθεσης να εντάξουν στο πρόγραμμά τους τον προορισμό “Θεσσαλονίκη” έγιναν εμφανή από το ενδιαφέρον που έδειξαν οι μεγαλύτεροι Tour operators που συμμετείχαν στην εκδήλωση και στα επαγγελματικά ραντεβού» σημειώνει ο ίδιος, προσθέτοντας: «Ωστόσο χρειάζεται δουλειά στο κομμάτι των αεροπορικών συνδέσεων, το οποίο είναι από τα πιο σημαντικά σε μια τέτοια προσπάθεια. Ελπιδοφόρο είναι το γεγονός ότι στην εκδήλωση παραβρέθηκε η Regional Key Accounts Manager της Aegean Airlines, Helena Popp».
Εκτός από τις συνέργειες για την ανάπτυξη του τουρισμού, εξίσου σημαντικές είναι και οι συνεργασίες σε επιχειρηματικό επίπεδο, όπως επισήμανε ο πρόεδρος της ΔΕΘ-HELEXPO, Αναστάσιος Τζήκας. «Με την Σκανδιναβία δεν έχουμε εδώ και πολλά χρόνια τις επιχειρηματικές σχέσεις που θα έπρεπε. Γι’ αυτό η συγκεκριμένη εκδήλωση που εντάσσεται στη “Διπλωματία των Πόλεων”, αποτελεί μια σημαντική η πρωτοβουλία του Δήμου, που εμείς ως φορέας την υποστηρίζουμε και είναι συγχρόνως μια ευκαιρία για τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης να αναπτύξει ένα δίκτυο στη Σουηδία», σημείωσε ίδιος.
Το ραντεβού ανανεώθηκε για την Θεσσαλονίκη με την αρχισυντάκτρια του ‘’Elle’’ Σκανδιναβίας, η οποία δήλωσε ενθουσιασμένη από τις δυνατότητες που προσφέρει η πόλη στους επισκέπτες και συζήτησε με τους εκπροσώπους του Δήμου το ενδεχόμενο διοργάνωσης press trip, με σκοπό την προώθηση της πόλης. Αντίστοιχο ενδιαφέρον έδειξε και ο αρχισυντάκτης του εξειδικευμένου στο χώρο του τουρισμού περιοδικό, ‘’Vagabond tourism’’.
Να σημειωθεί ότι στις αποστολές της «Διπλωματίας των Πόλεων» τις οποίες διοργανώνει το τμήμα Τουρισμού του Δήμου Θεσσαλονίκης, συμμετέχουν με δικά τους έξοδα επαγγελματίες του τουρισμού, εκπρόσωποι φορέων, ξενοδόχοι, πανεπιστήμια και εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπως και επαγγελματίες υγείας, επιχειρηματίες, αεροπορικές εταιρείες κ.ά.
Την παρουσίαση της Θεσσαλονίκης πραγματοποίησε η υπεύθυνη της διοργάνωσης και στέλεχος του τμήματος Τουρισμού του Δήμου Θεσσαλονίκης, Ιωάννα Μυταυτσή, η οποία αναφέρθηκε στην ιστορία και τον της πόλης, υπογραμμίζοντας την πλούσια πολιτιστική της κληρονομιά, τη ζωντάνια που της προσδίδουν οι φοιτητές, τη γαστρονομία και την προσωπικότητά της, καθώς και όλα τα στοιχεία που την καθιστούν μοναδική.
Φωτογραφίες:
↧
Article 11
↧
↧
Article 10
INTERLIFE: Αύξηση Παραγωγής & Υψηλή Κερδοφορία το Α΄ Εξάμηνο 2018
Σε μια περίοδο επενδυτικής ένδειας και υψηλής ανεργίας η INTERLIFE κατέγραψε κατά το Α’ Εξάμηνο του 2018 αύξηση του συνόλου της Εγγεγραμμένης Παραγωγήςτης κατά 10,83% (31,9 εκατ. € έναντι 28,8 εκατ. € το A’ Εξάμηνο του 2017).
Τα Δεδουλευμένα Ασφάλιστρααυξήθηκαν κατά 16,94%, με τον κλάδο Αστικής Ευθύνης Χερσαίων Οχημάτων να αυξάνεται κατά 12,14% και τους Λοιπούς κλάδους κατά Ζημιών 32,81% έναντι του Α’ Εξαμήνου 2017.
Οι Καθαρές Αποζημιώσεις (συμπεριλαμβανομένης της μεταβολής Ασφαλιστικών Προβλέψεων) αυξήθηκαν κατά 10,87% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2017.
Επιπλέον, η Εταιρία σημείωσε Κέρδη προ φόρων της τάξης των 5,44 εκατ. €. κατά το Α’ Εξάμηνο του 2018 καταγράφοντας συνεχή κερδοφορία για 9 έτη.
Άνοδος Ενεργητικού, Επενδύσεων & Ιδίων Κεφαλαίων
Σημαντική άνοδος σημειώθηκε επίσης και στα υπόλοιπα μεγέθη της Εταιρίας με το σύνολο του Ενεργητικούνα αυξάνεται κατά 5,28% (από 186,13 εκατ. € στις 31/12/2017 σε 196,95 εκατ. € την 30/6/2018), το σύνολο των Επενδύσεων & Διαθεσίμωνκατά 3,97% (από 173,92 εκατ. € στις 31/12/2017 σε 180,83 εκατ. € την 30/6/2018), ενώ τα Ίδια Κεφάλαιααυξήθηκαν κατά 4,09% (από 69,74 εκατ. € στις 31/12/2017 σε 72,59 εκατ. € στις 30/6/2018).
↧
Article 9
DRINKS
Tchoukoutou
In Togolese markets, locals socialize over gourds of this sweet-and-sour sorghum beer.
In Togo, West Africa, when people talk of la boisson (“the drink”), they are referring to tchoukoutou. Tchouk for short, tchoukoutou is a home-brewed beer made from sorghum (and sometimes millet) that is central to Togolese social and ritual life.
Making and selling tchouk is a way that many West African women are able to make ends meet. They prepare the drink in a several-day process that involves boiling malted, ground grains with water, then allowing the mixture to ferment. The result is a reddish-brown, lightly sparkling brew with a cidery sweetness and yogurty tang.
On weekly market days in many small towns and villages in Togo, tchoukoutou is the focal point. Among tiny dried fish, bouillon cubes, and secondhand clothing from abroad, locals gather in thatched stalls and sit on wooden planks for hours, drinking the beverage and discussing the latest community news. In the market, you won’t find tchouk in bottles or glasses, but instead, scooped from waist-high plastic bins into half-gourd bowls called calabashes. There is usually no refrigerator in sight, so tchouk is enjoyed at a lukewarm temperature that brings out its earthy sour-sweetness.
But tchoukoutou’s significance extends beyond socializing. From births to marriages to funerals, tchoukoutou plays a large role in nearly all traditional rituals. During certain ceremonies among the Lamba people, for instance, the effigy of a recently deceased person’s corpse is splattered with tchoukoutou. Across Togo, it is customary to spill a little bit from your calabash on the ground “for the ancestors” before drinking.
Thanks to its affordable price, many people can enjoy this versatile boisson. A small calabash typically costs 100 CFA francs (about 17 cents in US currency) instead of the 600 CFA francs (approximately $1) for a comparably sized large bottle of commercially manufactured beer.
Need to Know
Find tchoukoutou at roadside stands or in weekly markets throughout Togo, and also parts of neighboring Benin. The Friday market in Kanté, a northern town near the Tamberma Villages, has plenty. Just look for a wooden post with a calabash attached to it, and allow plenty of time to sit and socialize.
↧
Article 8
How the Czech City
Built on Shoes
Reclaimed Its Past
Zlín is revitalizing its history on the heels of Communist rule.
WHEN THE IRON CURTAIN FELL in 1989, the Czech city of Zlín found itself searching for an identity that many felt had been lost during the Communist regime, and before that, the German occupation. For many in the Czech Republic today, Zlín is synonymous with shoe-making, but for decades, this wasn’t the case.
The modern city developed alongside and because of the Baťa shoe brand. After the Velvet Revolution, citizens of Zlín galvanized around the idea that their city should be built on shoes. In doing so, they kick-started a renewed interest in their town’s unique history, industry, and architecture.
In 1990, The New York Times summed it up: “Czechoslovaks want Thomas Bata, head of the world’s largest footwear company, to come home and help revive the shoe industry that his father created in the Moravian village of Zlín earlier in the century.”
Two notable results of Zlín’s efforts are its Museum of Shoemaking, which boasts a comprehensive collection of Baťa artifacts, and the Baťa Institute, which is housed in two converted factory buildings. The museum showcases both local heritage and influential designers from around the world, while the institute offers an educational experience and immersion in the town’s history.
The modern era of that history began in 1894, when Tomáš Baťa, along with his brother and sister, Antonín and Anna, launched the T. & A. Baťa Shoe Company, a small startup in a town of what was then 3,000 people. The company strengthened as a result of Tomáš’s study and implementation of mechanization techniques from around the world. And the timing was fortuitous: the T. & A. Baťa Shoe Company (also known as the Baťa Shoe Company or simply, Baťa) supplied the Austro-Hungarian army in World War I. Business boomed.
By 1922, Baťa had become the leading manufacturer and marketer of footwear in Czechoslovakia. During the time Tomáš Baťa served as Zlín’s mayor, from 1923 to 1932, the number of Baťa employees in Zlín grew from 1,800 to 17,000. The city’s population swelled right alongside the company, growing from 5,300 residents to 26,400. As the worker base grew, so did the need for housing and other facilities in close proximity to Baťa’s factories.
The architectural style that developed in Zlín was influenced by those factories as well. The same construction materials were used for both public and private spaces, blurring the lines between work and home. At the same time, the garden city movement (an urban planning philosophy in which self-contained communities are surrounded by “greenbelts”) played a role in the town’s layout. The hope was that those green spaces would help residents feel less penned in by the brick structures in which they worked and lived.
This era also saw the addition of a number of ambitious new structures in Zlín, built by Baťa architects., They include Baťa’s Hospital, (among the most modern ever constructed when it was completed in 1927), a sprawling movie theater with seats for 2,580, and Baťa’s Skyscraper, which served as the company’s global headquarters. For himself, Baťa commissioned the influential Czech architect Jan Kotěra to design a lavish villa. Today, it’s the headquarters of the community-oriented Thomas Bata Foundation.
In addition to bringing the world quality footwear, Baťa brought its employees excellent perks, introducing in 1923 what is believed to be the first employee profit-sharing program. Employees were thus not just workers, but individual entrepreneurs with a significant stake in the business beyond their own employment.
The company continued to grow after Baťa’s death in 1932. By 1939, when the German occupation began, Baťa had stores and factories in 38 countries and over 65,000 employees. The war itself hit Zlín in 1944, and nearly all industry was halted as infrastructure was destroyed. When Zlín was liberated by Soviet and Romanian armies in 1945, its future was uncertain. Baťa’s surviving relatives (and co-founders) had relocated to North America, leaving the town that Baťa built without a Baťa.
The new Communist regime took over management of Zlín and Baťa factories, nationalizing the company and even changing the name of the city to Gottwaldov, after the first communist president of Czechoslovakia, Klement Gottwald.
As the company continued to grow on a global scale, (at this point led by Thomas J. Bata, the elder’s son), headquarters moved to England and later, Toronto, Canada. The city of Zlín was in effect abandoned by the industry that had given birth to it.
It wasn’t until many decades later, after the Velvet Revolution, that Thomas J. Bata returned to Zlín to do his part to help the city reclaim its legacy. Though his return did not ultimately kick-start the shoe industry in the city, it did energize its citizens to revitalize their history.
“The shoe factory, with its brick buildings, still exists,” says Silvie Lečíková, the marketing manager for Zlín’s Museum of Southeast Moravia, which is part of the Baťa Institute. “Most of the buildings raised before World War II, including the houses for employees of the Baťa company, still exist, and some still serve their purpose.”
In addition to the notable structures that survived the war (including the aforementioned hospital, cinema, and Baťa’s Skyscraper), today Zlín’s museums and educational institutions are focused on telling the city’s own fascinating story, the influence of which remains palpable in the spirit of its people. “One simply cannot live in Zlín and not feel its history,” Lečíková says.
↧
A 15 YEAR OLD GIRL HEARD THE LAST SIGNAL OF THE WORLD'S MOST FAMOUS AVIATOR
↧
↧
Article 6
Decoding the Unusual
Shape of the
Nepali Flag
Where did all those angles come from?
A very strange thing about national flags is how similar they are. More than 75 percent of all national flags include the color red, and more than 72 percent include the color white. A whopping 30 national flags have the red, white, and blue color combination. Stripes, stars, and crosses are exceedingly common. There are no rules, no international governing bodies, that tell a country what a flag can and cannot be, and yet all flags save one are rectangles. (As all squares are rectangles, the square flags of Switzerland and Vatican City are not as unusual as they might think.) That one outlier is Nepal.*
The Nepali flag consists of two overlapping triangles, of different sizes defined with mathematical precision. It is the world’s only five-sided national flag. Other countries could do this and do not, and probably never will. So how did this happen?
National flags are a more recent creation than you might think. Prior to the 17th century, nationalism wasn’t something for most people to participate in, as travel between countries was expensive, arduous, and rare. National identity wasn’t the most important identity; you’d be more aware of a local municipality or individual lord. A king might have flown a flag, but these were more like representations of a coat of arms and tended to change when a new ruling family came to power.
Aside from the royal families, the only time one would really need to identify as part of a larger whole was in battle. Flags and banners were used to identify military units, but they were usually specific to the regiment or group of soldiers rather than the country as a whole. This all started to change during the Age of Sail, especially around the late 18th century. “It comes from trade on ships, which were moving between different places with the beginnings of globalization,” says Scot Guenter, a professor at San Jose State University, senior fellow at the Flag Research Center, and avowed vexillologist (that’s someone who studies flags).
The vast majority of national flags began to appear in the mid-1800s, along with the emergence of the nation as a concept rather than just the place one’s king ruled. This was the first time national flags were flown outside of war settings, and within a hundred years or so, flags became strangely homogenized in shape. They were simply tools to recognize a ship’s origin at a distance, and a rectangular flag is an ideal shape to catch wind and appear taut, allowing those far away to understand it.
But flags weren’t always rectangular. Pennant flags—tapering and triangular, or sometimes forked at the end, and sometimes called “pennons”— also began appearing, particularly in Asia. It was the European countries, though, that dominated the Age of Sail, sailing to the New World and creating colonies and trade routes, and their flags tended to be rectangular, so by the mid-19th century, most Asian countries had changed their flags to be rectangular as well.
Nepal never did.
The Nepali flag is currently red with a dark blue border, in the shape of two pennants. The pennants are not the same size (the upper one is smaller) and they overlap in the middle. The upper triangle includes a white stylized moon; the lower has a white sun.
“Nobody knows who exactly created it,” says Anil Pandey, the founder of the nonprofit Motherland Nepal. The history of the flag of Nepal is maddeningly vague. A reproduction of the flag in a French book from 1928 shows a very similar flag to what’s used today, except with a green border rather than blue and faces on both the sun and moon. Shortly after that, the color was changed to blue; by the time of the country’s constitution, in 1962, the flag’s colors were firmly red, white, and blue. It’s unclear how or why this change happened.
Dayaram Shrestha, a prominent academic and professor in Nepal, traced the history of the double-pennant flag back to the time of King Mandev, the last king of the Lichhavi dynasty, sometime around the year 450, but documentation is scarce. Flags, until quite recently, were changeable and not really considered important enough to describe in much detail.
Nepal was unified during the reign of the Gorkha king Prithivi Narayan Shah in the mid-1700s, and many accounts date the creation of the double-pennant, sun-and-moon flag to around this time, or to the early 1800s. But there still aren’t historical reproductions of a flag recognizable as the Nepali flag from this period; it’s likely that some version of the Nepali flag began to be standardized sometime in the 1800s, but nobody knows for sure. This is not unusual, timing-wise; the late 19th and early 20th centuries were the decades when most modern national flags became formalized.
The meanings of the sun and moon are also not known, but it’s less that the specific meaning has been lost and more that national flag symbols tend to represent different things to different people during different times—sometimes good, sometimes bad. Some suggest that the moon and sun represent the Shahs and the Ranas, the two most powerful ruling dynasties of Nepal over the last 500 years. Some say that the moon and sun represent pride and peace. Or maybe permanence; “As long as we have the sun and moon, Nepal will always be there,” says Pandey. These are all correct and also none of them are correct. “The flag of Nepal does not just mean one thing; its meaning will change over time,” says Guenter.
It has also been proposed that the double-pennant design is meant to replicate the Himalayas. Both Guenter and Pandey dismiss this.
Nepal, along with other countries in the region, including neighboring India, has always favored pennant flags over rectangular flags. “There are other forms of pennant type flags, mostly used in Hindu and Buddhist temples around Nepal,” says Biraj Bista, a former politician in Nepal. “The color of the flag is often yellow or orange and there could be ‘OM’ written in the middle of the flag.” The double-pennant is unusual but not unheard-of, and there isn’t any particular symbolism in it. It’s just two pennants.
But the specific design of the pennants is something else. Upon the writing of the country’s constitution in 1962, an entire section was dedicated to the precise mathematical proportions of the flag. People were, probably, drawing it incorrectly, at least according to the ruling power. It requires a ruler and a great deal of patience to draw correctly, but the Nepalese constitution is very clear on exactly how it should be composed.
This document also produced one minor change; prior to 1962, the sun and moon both had faces in them. Now, they don’t. Nobody knows exactly why.
The colors are also interesting. Pandey explained that the national color is red, that it might indicate bravery while the blue represents peace. Bista echoed this, saying that the red color symbolizes the “hotheadedness” (his word) of the Nepalese people, and blue for peace. But red and blue are also, by far, the most popular colors to use on a national flag. What do the red and blue colors represent on the American flag? Anything? Nothing? (Nobody knows this either.)
Theoretically, any country could at any moment decide to change its flag to something non-rectangular. But even countries with incredibly simple flags—Poland, are you serious with this—would have trouble doing that. “There’s no reason why other countries can’t do this; it’d be good for branding,” says Guenter. “But people have an attachment to the flag.” National flags are vital symbols, even if they’re ugly or boring.
The Nepalese flag would have been interesting and a bit of an outlier before the Age of Sail; there were other pennant flags, but double-pennants were rare. Now, though, the Nepalese flag is something totally different, completely unlike any other national flag. Guenter thinks the relative isolation of Nepal might have something to do with this; unlike, say, the former Soviet republics, nobody ever conquered Nepal and forced some new flag onto them, and Nepal was not really a participant in the Age of Sail. So the flag just sort of formed naturally and then stayed the way it was for a while without outside interference.
By the 1962 constitution, Nepal had never had any particular reason to change its flag, and suddenly, here was the opportunity. But there was no real reason to change it, and by this time it was clear both that national flags are an important symbol and that the Nepalese flag is unique. Pandey, as well as a few other Nepalese people I talked to, told me that the flag is a real source of pride for Nepal. “Most people feel proud to have such a unique flag,” says Bista. “Personally, I look at it as a symbol of unification in diversity we have in Nepal.” It’s something that immediately elicits a reaction, something unlike any other place on Earth.
*Correction: We originally said that all but three national flags are rectangular. The Switzerland and Vatican City flags are square-shaped. But squares are, technically, rectangles.
↧
Article 5
ADELAIDE, AUSTRALIA
Santos Museum of Economic Botany
A wealth of plants and horticultural curiosities fill thiS
charmingly antique museum.For more than a century, the Santos Museum of Economic Botany has educated the public about thousands of phytochemical and ethnobotanical derivatives. Anyone with even a passing interest in food, drugs, or clothing will be fascinated by the cornucopia of plants, seeds, fruit, and horticultural curiosities presented with detailed descriptions of their historical and contemporary uses.
At the height of the industrial revolution in the 19th century, many corporations were at pains to conceal the origins of new products. This gave rise to economic botany museums, which sought to demystify the provenance of common household goods and show the relationship between humans and plants.
An additional economic botanic benefit of the exhibition was that it showed the ingenuity of Aboriginal and non-European populations through their uses of the natural world, thus reducing some of the less desirable colonial attitudes of the day. Built in 1881, the Santos Museum was inspired by the collections and exhibitions at Kew Gardens in London.
The pomological collection is perhaps the highlight of the museum, which features 129 pears and 192 apples (including some varieties that no longer exist) expertly made out of papier-mâché by artist Heinrich Arnoldi. The models were acquired for the museum in the late 1800s by its director, Dr. Richard Schomburgk, a German immigrant who capitalized on the flowering interest in the German fruit industry that broadly introduced new and exotic crops.
Interest in the museum dropped during the 20th century, but following its 2009 renovation, the museum has become a centerpiece of the Adelaide Botanic Garden, now featuring more than 3,000 items. Most displays are from the original collection and are accompanied by their original labels, giving the museum a vibrantly antique quality.
Know Before You Go
The museum is open Wednesday to Sunday, 10:00 a.m. to 4:00 p.m.
↧
Article 4
SEVAN, ARMENIA
Sevanavank
This ancient monastery complex was transformed from
an island to a peninsula when the lake was partially drained.The monastery complex of Sevanavank is surrounded by such arresting natural beauty it’s no wonder there are two local legends attached to it. The black-and-orange stone construction of the churches is offset by the ornate orange and green andesite and limestone khachkars, stone blocks with intricate designs carved into them. The sparkling azure lake creates a breathtaking backdrop.
The complex dates back to the 4th century CE. Soon after St. Gregory the Illuminator converted the King of Armenia to Christianity in 301, he established two churches on an island in Lake Sevan. St. Harutiun’s church, which now lays in ruins, was a domed basilica with three naves, a popular Armenian design. St. Karapet’s, with a similar design, is still standing. In the 9th century, Princess Mariam of the Bagratumi dynasty established St. Arakelots church, the church of the apostles, and St. Astvatsatsin’s church on the island, as well as expanding and rebuilding the existing complex.
According to legend, Princess Mariam embarked on a mission to build 30 churches in honor of her late husband after his untimely death. She chose the location of Lake Sevan after she had a dream where the 12 apostles flew across the lake and showed her where she should build.
Local legend also tells of how Lake Sevan got its name. Ashot II, also known as Ashot Yerkat or “Ashot the Iron,” camped on the island while fighting off Arab invaders in the 10th century. Despite local monks and fishermen joining his forces, the Armenian army was far outnumbered by the Arabs. A local fisherman advised that their best chance was to sail across the lake and attack at dawn, with the rising sun at their backs. The Arabs were blinded by the sun and the Armenians won the battle. The uniforms and blood of the fallen soldiers turned the lake black, giving it its name, “Sev,” the Armenian word for “black.”
In the 1800s the monastery complex was used as a rehabilitation center for misbehaving monks. French explorer Jean-Marie Chopin reported in the 1830s that the monks endured a strict discipline regimen including a diet without meat or wine. No women or youth were allowed on the island. A later visitor noted that the monks copied bibles by hand. No mention is made if they were allowed to participate in the water sports that make the area such a popular tourist attraction today.
The island became a peninsula during the industrialization of the 1930s when 65 feet of water was drained from the lake. The monastery was abandoned during the Soviet era and restored in the 1990s as a historic monument. The peninsula now features the Armenian writer’s residence and the Armenian president’s summer palace.
Know Before You Go
The monastery is easily accessible by train or car, and located only a few hours north of the capital, Yerevan. The buildings were restored in the 1990s and are now open to the public. Several private travel companies also offer tours to the monastery.
↧
Article 3
SWEETS
Amarula Brigadeiro
Pair a Brazilian confection with a sweet South African liqueur, and a unique treat is born.
Rich, dense, and usually cloaked in an armor of sprinkles, classic brigadeiros rely on three simple ingredients: condensed milk, cocoa powder, and butter. Brigadeiros won their place in history, and their catchy name, as a fundraising treat that helped fuel Brazil’s 1945 presidential election, the first in which all women could vote. Popular lore holds that suffragists provided the treats at rallies in support of candidate and Air Force Brigadier Eduardo Gomes. They named the treats brigadieros after their candidate’s military rank. While Gomes wasn’t able to win the election, the name stuck.
On its own, the brigadeiro is a classic, satisfying treat. But confectioners have found a new way to elevate these modest sweets into even more indulgent—and interactive—edibles. Enter the Amarula Brigadeiro, which injects South Africa’s butterscotch-flavored Amarula Cream Liqueur directly into each brigadeiro. The inventive treat includes a liqueur-filled pipette, which resembles an eye dropper filled with creamy, beige booze. Plunged into the brigadeiro’s center, the pipette beckon eaters to play with their food. Diners are encouraged to swirl it around, making extra room for the liqueur before injecting.
Caution: Biting into a liqueur-filled confection might cause a bit of a mess. Those who want to avoid dribbling chins can, of course, simply dose themselves with squirts Amarula.
Need to Know
Depending on where you live, you might be able to order Amarula brigadeiros online. As fun as injecting your treats with booze may be, you can also enjoy the Amarula-and-brigadeiro pairing by simply adding some booze to your brigadeiro batter or by enjoying your treat with an Amarula sidecar.
↧
↧
ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ ΣΤΗΝ ΛΗΜΝΟ. ΣΤΟ ΚΟΥΡΕΙΟ ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ
↧
ΣΤΗΝ ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΗ ΛΗΜΝΟ. ΑΜΜΟΘΙΝΕΣ
↧
Article 0
Η Λήμνος, ένα νησί με σπουδαίο φυσικό κάλλος και πλούσια ιστορία που κερδίζει φανατικούς φίλους ολοένα και περισσότερο. Η πολύ ιδιαίτερη ατμόσφαιρα της Λήμνου άλλωστε, με το μοναδικό τοπίο, την εντυπωσιακή αρχιτεκτονική και τα μνημεία του αρχαίου πολιτισμού, που συνδυάζονται με επιρροές των προσφύγων της Μικράς Ασίας που εγκαταστάθηκαν στο νησί, δημιουργεί ένα τελικό μείγμα εντελώς ξεχωριστό.
Πρώτη ημέρα – Μύρινα
Το ταξίδι μας ξεκινά από τη Μύρινα, την από αρχαιοτάτων χρόνων πρωτεύουσα του νησιού. Το Κάστρο «στεφανώνει» την γραφική νησιωτική πολιτεία και είναι πραγματική απόλαυση η βόλτα στις δύο της γειτονιές, τον Ρωμαίικο Γιαλό, με τα παλιά κτήρια των εύπορων Λημνιών της Αιγύπτου και τον Τούρκικο (ή Λιμάνι).
Πρωί, απόγευμα και βράδυ, όποια ώρα επιλέξετε για να περπατήσετε τη Μύρινα θα την απολαύσετε πραγματικά. Εκτός από το Κάστρο άλλωστε, μέσα στην πόλη πρέπει να προσέξετε την Μητρόπολη Λήμνου Αγία Τριάδα, το αρχαιολογικό και το εκκλησιαστικό μουσείο, το ρωσικό οχυρό Τσας που είναι γνωστό και ως Ντάπια και την Αγία Παρασκευή Βόντελα.
Κατευθυνόμαστε προς την παραλία του Αγίου Ιωάννη του Κάσπακα, μια από τις καλύτερες παραλίες της Λήμνου, που βρίσκεται πολύ κοντά στη Μύρινα. Η ακτή είναι αμμώδης, πλήρως οργανωμένη και «βλέπει» προς το Αγιο Ορος και την Χαλκιδική.
Από την άκρη της παραλίας και μέσω ενός σύντομου μονοπατιού, αντικρίζουμε ένα από τα «παράδοξα» της φύσης της Λήμνου. Κι όμως, σ’ αυτό το γενικά άνυδρο νησί, υπάρχει καταρράκτης με ορμητικά νερά που πέφτουν από ύψος 15 μέτρων! Είναι οι καταρράκτες Κάσπακα (ή «Κρεμαστά Νερά») και δημιουργούν ένα τοπίο ονειρικό.
Στον Κάσπακα της Λήμνου, ένα από τα μεγαλύτερα και παλαιότερα χωριά του νησιού, θα δοκιμάσουμε τα εκλεκτά αμύγδαλα και τα σύκα, ενώ στην συνέχεια θα αναχωρήσουμε πιο νότια, για να επισκεφθούμε πριν νυχτώσει το εκκλησάκι της Παναγίας Κακκαβιώτισσας, ένα ξωκλήσι χωρίς στέγη, χτισμένο στα σπλάχνα των βράχων της φύσης της Λήμνου. Το περπάτημα προς την κορυφή του βράχου είναι περίπου τρία χιλιόμετρα από τον δημόσιο δρόμο και ξεκινά λίγο έξω από το χωριό Θάνος.
Δεύτερη ημέρα – Πλάκα
Εξερευνούμε το νησί, εστιάζοντας σήμερα στο βορειοανατολικό μέρος και πρώτος μας σταθμός είναι ένα από τα μεγαλύτερα και σπουδαιότερα χωριά της Λήμνου, το Κοντοπούλι, όπου πέρασε τα χρόνια της εξορίας του ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος.
Δυο πελώριοι φοίνικες στην είσοδο του χωριού μας καλωσορίζουν και μας οδηγούν στην παλιά λιθόχτιστη βρύση με τα περίτεχνα σχέδια, στην πλατεία του χωριού και στο κτήριο της Δημητριάδειου Σχολής, που χρονολογείται του 1925.
Τα παραδοσιακά χτισμένα πέτρινα σπίτια, οι περιποιημένες αυλές και τα μποστάνια, θα μας εκπλήσσουν με τη λεπτομέρεια της αρχιτεκτονικής τους, ενώ η εντυπωσιακή κεντρική εκκλησία στο Κοντοπούλι είναι αφιερωμένη στον Άγιο Δημήτριο.
Επόμενος σταθμός μας είναι ένας από τους σπουδαιότερους αρχαιολογικούς χώρους της Λήμνου, η Ηφαιστία. Το εντυπωσιακό αρχαϊκό ιερό της Μεγάλης Θεάς και το ακόμα πιο εντυπωσιακό αρχαίο θέατρο της ελληνιστικής περιόδου, κερδίζουν το ενδιαφέρον μας εδώ, σε ένα τοπίο άγριας ομορφιάς στη φύση της Λήμνου, με φόντο τη θάλασσα.
Στον απέναντι λόφο, ένας ακόμα σπουδαίος αρχαιολογικός χώρος της Λήμνου μας περιμένει. Είναι το Καβείριο, ένας λατρευτικός χώρος, όπου τελούνταν τα απόκρυφα Καβείρια Μυστήρια κατά την ελληνική αρχαιότητα. Το ψηλό τείχος που περιβάλει το ιερό αποδεικνύει πως μόνο οι μυημένοι είχαν πρόσβαση εκεί, ενώ σήμερα στο Καβείριο έχουν οριοθετηθεί τρία ιερά της αρχαιότητας.
Στη γύρω περιοχή μπορούμε να επισκεφτούμε την Σπηλιά του Φιλοκτήτη, του ομηρικού ήρωα που οι Αχαιοί εγκατέλειψαν στη Λήμνο, τσιμπημένο από δηλητηριώδες φίδι και συνέχισαν προς την Τροία. Σύμφωνα με το μύθο, ο ήρωας γιατρεύτηκε με τη βοήθεια και της Λημνίας Γης. Η Σπηλιά του Φιλοκτήτη βρίσκεται κάτω από το Καβείριο και για να την προσεγγίσουμε θα πρέπει να διαβούμε ένα μικρό, σύντομο αλλά και στενό και απότομο μονοπάτι στην απόκρημνη ακτή.
Ωρα για παραλία και θάλασσα και η καλύτερη επιλογή αυτήν την ώρα δεν είναι άλλη παρά η παραλία της Νευτίνας, που πολλοί θεωρούν την καλύτερη παραλία της Λήμνου. Η απέραντη αμμουδιά με την ολόλευκη άμμο, η σμαραγδένια θάλασσα, ένα ξωκλήσι με κατακόκκινη στέγη αλλά και ένα ρυάκι που «κόβει» την παραλία στη μέση δημιουργούν ένα ειδυλλιακό σκηνικό.
Αφού απολαύσουμε τον ήλιο και τη θάλασσα, φεύγουμε για την Πλάκα, το χωριό στην άκρη της χερσονήσου στην βορειοανατολική Λήμνο. Οφείλει το όνομά του στο ομώνυμο ακρωτήριο που συνθέτουν μοναδικές, πιθανότατα ηφαιστειογενείς σκούρες πλάκες, σε αποχρώσεις του γκρίζου, ακόμα και του μαύρου.
Η θέα από την Πλάκα και ειδικά από το Φάρο αυτό προς την Ίμβρο είναι ανεμπόδιστη, γεγονός που έκανε τους εκδιωγμένους Ίμβριους να ορίσουν την Πλάκα για το ετήσιο αντάμωμά τους. Από το 2003 και μετά η ετήσια συνάντησή τους γίνεται στο εκκλησάκι της Αγίας Άννας, που θεμελιώθηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο.
Λίγο έξω από την Πλάκα βρίσκεται το ξωκλήσι του Αγίου Χαραλάμπους, όπου γίνεται μεγάλο πανηγύρι στις 22 Αυγούστου. Κοντά στο εκκλησάκι στη θέση «Ρουσσούνια», απέναντι από την χερσόνησο του Άθω, βρίσκεται το Αγίασμα, μια πηγή γλυκού νερού, που ρέει άφθονο και θεωρείται θαυματουργό. Χαλαρώνουμε με μια βόλτα ανάμεσα στα παραδοσιακά, πετρόχτιστα σπίτια και τα λίθινα καλντερίμια και γευόμαστε τις νοστιμιές της Λήμνου στα παραδοσιακά ταβερνάκια του χωριού.
Τρίτη ημέρα – Αμμοθίνες
Την τρίτη μας μέρα στο νησί θα απολαύσουμε το πιο εντυπωσιακό γεωλογικό φαινόμενο της Λήμνου, τις Αμμοθίνες. Ξεκινώντας από τη Μύρινα, σε απόσταση οκτώ χιλιομέτρων βορειοανατολικά συναντάμε τον Κορνό, ένα από τα ορεινά, παλιά, παραδοσιακά χωριά του νησιού. Στην μικρή πλατεία του χωριού, τα παραδοσιακά καφενεία μας προσφέρουν πρωινό καφέ, ώσπου να δούμε από κοντά και τις δυο παλιές εκκλησίες, του Αποστόλου Ανδρέα, του 1862 και της Κοίμησης της Θεοτόκου, του 1892.
Πολύ κοντά στον Κορνό βρίσκονται τα Θέρμα, οι ιαματικές πηγές της Λήμνου, με το ζεστό νερό που χρησιμοποιείται από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας για θεραπευτικούς σκοπούς και συγκεντρώνει πλήθος επισκέπτες. Αν έχουμε χρόνο και διάθεση απολαμβάνουμε τις θεραπευτικές ιδιότητες του νερού, διαφορετικά κρατάμε την «εκκρεμότητα» και συνεχίζουμε προς το Κατάλακκο.
Το χωριό είναι χτισμένο στο βάθος μιας ρεματιάς, μέσα στην καταπράσινη φύση. Εκεί θα επισκεφθούμε τον Άγιο Μόδεστο, που χτίστηκε το 1856 και θα συνεχίσουμε προς τις Αμμοθίνες, όπου θα βρισκόμαστε σε περίπου 10 λεπτά.
Ακολουθώντας τις πινακίδες, φτάνουμε στο σημείο όπου αφήνουμε το όχημά μας και συνεχίζουμε στο σύντομο μονοπάτι με τα πόδια. Ξαφνικά αντικρίζουμε μια αμμώδη έκταση, μια «μικρογραφία» ερήμου, όπως αυτές που συναντούμε στη Σαχάρα και τη βόρεια Αφρική!
Οι Αμμοθίνες της Λήμνου καλύπτουν έκταση περίπου 70 στρεμμάτων στην περιοχή Γομάτι και σύμφωνα με τους γεωλόγους, δημιουργήθηκαν από τον άνεμο που μετακίνησε την άμμο, ένα φαινόμενο που θεωρείται εξαιρετικά σπάνιο σε νησιωτικές περιοχές. Οι ενημερωτικές πινακίδες μας κατατοπίζουν, ενώ κιόσκια προσφέρουν τη σκιά τους για να πιούμε λίγο νερό και να απολαύσουμε το θέαμα.
Μετά τις Αμμοθίνες κατευθυνόμαστε στην παραλία Γομάτι, μια από τις καλύτερες του νησιού! Η απέραντη χρυσοκίτρινη αμμουδιά με την ψιλή, απαλή άμμο και τα διαυγή νερά, τα περίεργα πετρώματα, και το μικρό νησάκι στη βόρεια άκρη, συνθέτουν ένα μοναδικό τοπίο, ενώ στην μια άκρη της παραλίας λειτουργεί ταβέρνα και στην άλλη υπάρχει beach bar.
Αποχωρώντας από το Γομάτι, κατευθυνόμαστε προς την Ατσική, ένα από τα μεγαλύτερα χωριά της Λήμνου, στο κέντρο περίπου του νησιού. Το μεγάλο κεφαλοχώρι διαθέτει τα πάντα, ενώ στην κεντρική πλατεία, εστιατόρια και ταβέρνες μας προσφέρουν τοπικές λιχουδιές. Ο ενοριακός ναός του Αγίου Γεωργίου Ατσικής χτίστηκε το 1868 και καμπαναριό του είναι το μεγαλύτερο της Λήμνου!
Σε μικρή απόσταση από την Ατσική, μετά το γειτονικό χωριό Προπούλι, βρίσκεται ένα ακόμα από τα εντυπωσιακά μνημεία της φύσης της Λήμνου. Πρόκειται για το εκπληκτικής ομορφιάς τοπίο στο Φαρακλό: Βράχια σε περίεργους χρυσοκίτρινους και κοκκινωπούς χρωματισμούς, σε διάφορα σχήματα και μεγέθη. Το Γεωλογικό Πάρκο Φαρακλού προσελκύει πλήθος επισκεπτών, ενώ οι ντόπιοι θα ακούσετε να το λένε και «φραγκοκέφαλα», καθώς οι γεωλογικοί σχηματισμοί συχνά έχουν σχήμα σφαίρας.
Τέταρτη ημέρα – Φακός
Ώρα να γνωρίσουμε τα πανέμορφα χωριά της νοτιοδυτικής Λήμνου, ξεκινώντας από το Πορτιανού, το χωριό όπου έμενε ο Τσώρτσιλ κατά την παραμονή του στη Λήμνο στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σήμερα μπορεί κανείς να δει την παλιά πολυθρόνα που συνήθιζε να κάθεται (ένα από τα εκθέματα του Λαογραφικού Μουσείου), το αρχοντικό του Γ. Κωνσταντίνου όπου έμενε, αλλά και το Συμμαχικό Νεκροταφείο που υπάρχει στο χωριό.
Από το Πορτιανού κατευθυνόμαστε προς τη χερσόνησο του Φακού και το Διαπόρι, το στενό σημείο ξηράς που ενώνει το Φακό με την υπόλοιπη Λήμνο. Πρόκειται για παρθένα φύση, χαρακτηριστική του τοπίο του νησιού, με δεκάδες πεζοπορικές διαδρομές για να επιλέξουμε και θαυμάσουμε την ησυχία και την ηρεμία όπως θέλουμε. Από το σημείο αυτό έχουμε δύο επιλογές. Είτε συνεχίζουμε πεζοπορώντας προς την ερημική παραλία Κόκκινα, είτε επιστρέφουμε οδικώς και κάνουμε το μπάνιο μας σε κάποια από τις οργανωμένες παραλίες της πλευράς αυτής της Λήμνου. Η παραλία στο Πλατύ, η παραλία του Θάνους, η παραλία στο Διαπόρι αλλά και ο Εβγάτης βρίσκονται πολύ κοντά και είναι όλες το ίδιο καλές!
Φροντίζουμε να φύγουμε από την παραλία εγκαίρως, ώστε υπό το φως της μέρας να περπατήσουμε και στα υπόλοιπα πανέμορφα χωριά της περιοχής. Στα Τσιμάντρια της Λήμνου μας οδηγεί ένας δεντροφυτεμένος δεξιά και αριστερά δρόμος, εντυπωσιακός και χαρακτηριστικός στο γενικά άδενδρο τοπίο της περιοχής, ενώ στην πλατεία, μια υπόστεγη κρήνη του 1935 καλωσορίζει τους επισκέπτες και παραδοσιακά ταβερνάκια προσφέρουν νόστιμους τοπικούς μεζέδες.
Το Παλαιό Πεδινό, χτισμένο κοντά στη θάλασσα, αν και εγκαταλείφθηκε σχεδόν ολοκληρωτικά μετά το σεισμό του 1968, διατηρεί έως σήμερα την ατμόσφαιρα του παρελθόντος. Γύρω από την παλιά πέτρινη πλατεία, με τον ψηλό πλάτανο και τη βρύση, λειτουργούν παραδοσιακές ταβέρνες που συγκεντρώνουν πολύ κόσμο, ειδικά τα καλοκαιρινά βράδια.
Η Νέα Κούταλη είναι χτισμένη στην κορυφή ενός γραφικού όρμου, από Μικρασιάτες πρόσφυγες από το νησί Κούταλη της Προποντίδας, την πατρίδα του ονομαστού Κουταλιανού! Το γραφικό λιμανάκι είναι γεμάτο ψαρόβαρκες και καΐκια, ενώ από τις ταβέρνες της παραλίας απολαμβάνει κανείς τη θέα στον κόλπο του Μούδρου.
Συνεχίζουμε προς τον Κοντιά, ένα από τα μεγαλύτερα χωριά της Λήμνου που έχει διατηρήσει κατά το δυνατόν αναλλοίωτη την ατμόσφαιρα του παρελθόντος. Τα παλιά πέτρινα αρχοντικά των καραβοκύρηδων του 19ου και του 20ού αιώνα, τα λιθόστρωτα δρομάκια, οι παλιές γειτονιές, το έντονο πνεύμα της πολύχρονης ιστορίας που αναδύει η περιοχή, κάνουν το χωριό έναν από τους δημοφιλέστερους προορισμούς της Λήμνου.
Βλέπουμε τα ερείπια των παλιών ανεμόμυλων, αλλά και δύο πλήρως ανακαινισμένους, που αξίζει να επισκεφθούμε. Η παλιά εκκλησία του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου, με την φρουριακή κατασκευή, υπολογίζεται πως χτίστηκε κατά τον 16ο αιώνα ενώ στο χωριό λειτουργεί και Πινακοθήκη Σύγχρονης Βαλκανικής Τέχνης.
Πέμπτη ημέρα – Μούδρος-Πολιόχνη
Δεν μπορεί παρά ο Μούδρος, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Λήμνου μετά τη Μύρινα, να μην αποτελέσει έναν από τους σταθμούς του ταξιδιού μας. Η μικρή, γραφική νησιωτική πολιτεία, με την εντυπωσιακή εκκλησία της Ευαγγελίστριας, και την πανέμορφη εκκλησία των Ταξιαρχών, το παλιό πέτρινο δημοτικό σχολείο, το μικρό νησάκι Κουκονήσι που είναι προσβάσιμο από την ξηρά μέσω ενός στενού ισθμού, αλλά και η μοναδική θέα προς τον κόλπο του Μούδρου μας κερδίζουν, τόσο που σίγουρα θέλουμε να ξανάρθουμε!
Κατευθυνόμαστε προς το γειτονικό Ρωμανού, όπου μας καλωσορίζει γάργαρο νερό που αναβλύζει από το βράχο… Το χωριό θεωρείται ένα από τα ομορφότερα της Λήμνου, καθώς τα πετρόχτιστα σπίτια και τα παλιά αρχοντικά, είναι δουλεμένα με τέχνη και μεράκι. Η Παπαϊωάννειος Σχολή (1906), η πανέμορφη πλατεία, το σκαλιστό πέτρινο ηρώο, ο Ναός της Γενέσεως του Χριστού του 1830, τα λαξευμένα στο έδαφος πιθάρια, οι παραδοσιακοί ανεμόμυλοι στα γύρω υψώματα κάνουν το τοπίο πραγματικά εντυπωσιακό κι ενδιαφέρον!
Κατόπιν επισκεπτόμαστε το Ρεπανίδι με τα παραδοσιακά σπίτια, την παλιά εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, τις λαξευμένες στα βράχια παλιές αποθήκες σιτηρών, αλλά και τις γούβες ή γούρνες, που επίσης είναι λαξευμένες στο βράχο και χρησίμευαν ως πιθάρια. Το Ρουσσοπούλι, χτισμένο αμφιθεατρικά μέσα στα δέντρα στην πλαγιά του λόφου Κορακά, προσφέρει πανοραμική θέα της γύρω περιοχής, ενώ λίγο έξω από το χωριό εντυπωσιακοί γεωλογικοί σχηματισμοί που περιγράφονται ως «χρωματιστά βράχια» μαγεύουν τους επισκέπτες.
Ενας σπουδαίος αρχαιολογικός χώρος, όχι μόνο για τη Λήμνο, αλλά και για όλο το χώρο του Αιγαίου, η Πολιόχνη, βρίσκεται σ’ αυτή την νοτιοανατολική πλευρά του νησιού και δεν πρέπει να παραλείψουμε να τον επισκεφθούμε. Υπολογίζεται πως κατά την ακμή της η Πολιόχνη είχε περί τους 1.500 κατοίκους που έμεναν σε ορθογώνιες πέτρινες κατοικίες.
Η πόλη περιβαλλόταν από τείχος και διέθεται αποχετευτικό δίκτυο, πλατείες και δρόμους, που υποδηλώνουν πως οι κάτοικοι της εποχής συνεργάζονταν και ζούσαν υπό συγκεκριμένους κανόνες, ενώ ένα από τα εντυπωσιακότερα στοιχεία της είναι το «βουλευτήριο», μια αίθουσα με πέτρινα καθίσματα γύρω γύρω και έδρα στη μέση για τον ομιλητή.
Μετά την επίσκεψή μας στον σπουδαίο αρχαιολογικό χώρο, οι επιλογές μας για θάλασσα είναι πολλές, καθώς αμέτρητες παραλίες για να διαλέξουμε μας περιμένουν. Οι πιο «διάσημες» παραλίες αυτής της πλευράς του νησιού όμως είναι δύο: Η παραλία Κέρος, που «κοιτάει» προς το Αιγαίο και ο Παρθενόμυτος, που «βλέπει» στην είσοδο του κόλπου του Μούδρου.
Για το Κέρος θα κατευθυνθούμε πιο βόρεια. Εκεί θα βρούμε beach bar, ξαπλώστρες με ομπρέλες, κιόσκια που έχει στήσει ο δήμος Λήμνου, και ένα μικρό πευκόδασος… Το Κέρος είναι διάσημο στους σέρφερς που το αγαπούν για τους κυματισμούς που τους προσφέρει, ενώ πολύ κοντά βρίσκονται οι τρεις λίμνες της Λήμνου που συνθέτουν την περιοχή Natura του νησιού.
Αντίθετα, νοτιότερα βρίσκεται η παραλία Παρθενόμυτος, μια από τις μεγαλύτερες αλλά και τις πιο απομονωμένες παραλίες της Λήμνου κυρίως λόγω της δύσκολης πρόσβασης, που γίνεται μόνο μέσω χωματόδρομου. Τα γαλαζοπράσινα νερά και η αμμουδιά μας αποζημιώνουν όμως για τις δυσκολίες της διαδρομής, ενώ φεύγοντας από εκεί μπορούμε να κατευθυνθούμε και προς τον Άγιο Σώζοντα, το μοναστήρι που είναι σημείο αναφοράς για τη Λήμνο.
↧
Article 12
Ο ΚΗΠΟΣ διοργανώνει το σεμινάριο: Θεραπευτική Γιόγκα
Εισηγήτρια: Εριφύλη Βογδοπούλου
Συνάντηση γνωριμίας του σεμιναρίου (ανοιχτή για το κοινό)
το Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2018 στις 12:30
Εισηγήτρια: Εριφύλη Βογδοπούλου
Συνάντηση γνωριμίας του σεμιναρίου (ανοιχτή για το κοινό)
το Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2018 στις 12:30
Ο ΚΗΠΟΣ διοργανώνει το σεμινάριο «Θεραπευτική Γιόγκα», με εισηγήτρια την Εριφύλη Βογδοπούλου, η οποία θα μας μυήσει στη Χάθα Γιόγκα. Η πρακτική της Χάθα Γιόγκα, όταν ασκείται με στόχο θεραπευτικό, έχει αξιοσημείωτα ευεργετικά οφέλη στην σωματική και ψυχική υγεία, μειώνοντας τα συμπτώματα σωματικού πόνου και άλλων σωματικών ενοχλήσεων (όπως πόνο μέσης, γόνατα, ισχία, πλάτη, ημικρανίες κλπ).
Τα μέσα που χρησιμοποιούνται είναι ήπια σωματική άσκηση, τεχνικές αναπνοής και βαθιά χαλάρωση. Ο ασκούμενος μαθαίνει να διαχειρίζεται και να μειώνει το αναπόφευκτο άγχος της καθημερινότητας, συνεισφέροντας θετικά στην υγεία του, αυξάνοντας συνάμα τα επίπεδα ενέργειας του. Η αίσθηση ευεξίας και ευφορίας που θα νιώσει μετά την κάθε συνάντηση, μακροπρόθεσμα θα ενσωματωθεί και θα γίνει τρόπος ζωής, εάν ο ίδιος το επιθυμεί.
Τα μέσα που χρησιμοποιούνται είναι ήπια σωματική άσκηση, τεχνικές αναπνοής και βαθιά χαλάρωση. Ο ασκούμενος μαθαίνει να διαχειρίζεται και να μειώνει το αναπόφευκτο άγχος της καθημερινότητας, συνεισφέροντας θετικά στην υγεία του, αυξάνοντας συνάμα τα επίπεδα ενέργειας του. Η αίσθηση ευεξίας και ευφορίας που θα νιώσει μετά την κάθε συνάντηση, μακροπρόθεσμα θα ενσωματωθεί και θα γίνει τρόπος ζωής, εάν ο ίδιος το επιθυμεί.
Η πρακτική της γιόγκα μπορεί να γίνει το μέσον πρόληψης και θεραπείας της νοητικής και σωματικής διάστασης του μαθητή.
Το σεμινάριο δεν θα προτείνει απλώς τρόπους για να υποφέρουμε λιγότερο από πόνους, συμπληρωματικά θα βοηθήσει τον ασκούμενο να ανακαλύψει τις αισθήσεις του σώματός του σε βαθύτερο επίπεδο. Έτσι μέσω της αυξημένης επίγνωσης που θα πετύχει, θα μπορέσει να προβλέπει και να αποτρέπει καταστάσεις επιβαρυντικές για το σώμα και την ψυχή του. Θα μάθει ασκήσεις και τεχνικές αναπνοής που θα του δώσουν τη δυνατότητα να μειώσει σωματικές ενοχλήσεις (βαθμός ελάττωσης ανάλογα με την περίσταση), ακόμα κι αν είχε την εντύπωση πως αυτό είναι κάτι το αναπόφευκτο.
Κοινώς αυτό το σεμινάριο θα αλλάξει 100% την εντύπωση που ο ασκούμενος έχει για το σώμα του και τις δυνατότητες αυτό-θεραπείας του.
Το σεμινάριο θεραπευτικής γιόγκα που απευθύνεται σε όλους, ανεξαρτήτως προηγούμενης επαφής με το αντικείμενο, θα πραγματοποιηθεί σε δέκα συναντήσεις 90 λεπτών διάρκειας, κάθε Σάββατο 12:30-14:00 και το συνολικό του κόστος θα είναι 110 ευρώ (100 ευρώ φοιτητών/ ανέργων).
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΓΙΟΓΚΑΈναρξη: 06/10/2018
Λήξη: 15/12/2018
Εισηγήτρια: Εριφύλη Βογδοπούλου
Το ταξίδι της Εριφύλης Βογδοπούλου στο μονοπάτι της Γιόγκα και του Διαλογισμού ξεκίνησε το 2002, στην Ιταλία. Με προσωπική άπειρη πρακτική και συμμετοχή σε ποικίλα σεμινάρια στο εξωτερικό, με διάφορους δασκάλους για συνεχόμενα 16 χρόνια, αποφάσισε να αφήσει την σχεδιαστική της αγάπη για να ασχοληθεί μόνο με την Γιόγκα και την μετάδοσή της. Η ενέργεια και η ευεξία, η συνεισφορά στην υγεία, σωματική και ψυχική που η πρακτική της γιόγκα έδωσε στην ίδια, θέλει βαθιά μέσα της να γνωστοποιηθεί σε οποιονδήποτε επιθυμεί να μεταμορφώσει θετικά την ζωή του. Έχοντας μεταφέρει την αγάπη της για αρχιτεκτονική-αστική μελέτη στην μελέτη του ανθρώπινου σώματος, λατρεύει να συνθέτει μαθήματα και σεμινάρια που θα προσφέρουν στους συμμετέχοντες μια καλύτερη ποιότητα ζωής.
Λήξη: 15/12/2018
Εισηγήτρια: Εριφύλη Βογδοπούλου
Το ταξίδι της Εριφύλης Βογδοπούλου στο μονοπάτι της Γιόγκα και του Διαλογισμού ξεκίνησε το 2002, στην Ιταλία. Με προσωπική άπειρη πρακτική και συμμετοχή σε ποικίλα σεμινάρια στο εξωτερικό, με διάφορους δασκάλους για συνεχόμενα 16 χρόνια, αποφάσισε να αφήσει την σχεδιαστική της αγάπη για να ασχοληθεί μόνο με την Γιόγκα και την μετάδοσή της. Η ενέργεια και η ευεξία, η συνεισφορά στην υγεία, σωματική και ψυχική που η πρακτική της γιόγκα έδωσε στην ίδια, θέλει βαθιά μέσα της να γνωστοποιηθεί σε οποιονδήποτε επιθυμεί να μεταμορφώσει θετικά την ζωή του. Έχοντας μεταφέρει την αγάπη της για αρχιτεκτονική-αστική μελέτη στην μελέτη του ανθρώπινου σώματος, λατρεύει να συνθέτει μαθήματα και σεμινάρια που θα προσφέρουν στους συμμετέχοντες μια καλύτερη ποιότητα ζωής.
Η συνάντηση γνωριμίας του σεμιναρίου θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2018, στις 12:30, όπου η εισηγήτρια θα αναφερθεί στο πρόγραμμα του σεμιναρίου και θα λυθούν τυχόν απορίες.
Πληροφορίες - εγγραφές: Κήπος (σεμινάρια, workshops, εκδηλώσεις)Ορφανίδου 6, Θεσσαλονίκη
τηλ: 2313078962 (18:00 – 22:00)/e: info@kipos-seminaria.gr/ www.kipos-seminaria.gr, https://www.facebook.com/kipos .seminaria/twitter.com/kiposse minaria
τηλ: 2313078962 (18:00 – 22:00)/e: info@kipos-seminaria.gr/ www.kipos-seminaria.gr, https://www.facebook.com/kipos
↧
↧
Article 11
|
|
|
|
|
|
↧
Article 10
| |||||||
|
↧
Article 9
Ανακοίνωση της Διοίκησης του Δήμου Θεσσαλονίκης
Το ζήτημα που έχει ανακύψει τις τελευταίες ημέρες σχετικά με την ένταξη μνημείων πολιτισμού και πολιτιστικής κληρονομιάς στη λίστα των υπό μεταβίβαση ακινήτων στο Υπερταμείο, μεταξύ των οποίων και μνημεία ή ακόμα και τοπόσημα της Θεσσαλονίκης, όπως προκύπτει από σχετικά δημοσιεύματα, παρακολουθεί στενά η Διοίκηση του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Από ενημέρωση που είχε η δημοτική Αρχή από τους αρμόδιους φορείς καθώς και από τις ανακοινώσεις του ΥΠΠΟΑ και της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας (Υπερταμείο), προκύπτει ότι η διαδικασία της μεταβίβασης είναι σε εξέλιξη και δεν έχει περατωθεί ακόμη, καθώς μένει ο επανέλεγχος όλων των ακινήτων που εντάχθηκαν στην εν λόγω λίστα, προκειμένου να εξαιρεθούν από τη μεταβίβαση όσα ακίνητα ρητά εμπίπτουν στις εξαιρέσεις του νόμου (αιγιαλός, μνημεία, δασικές εκτάσεις, κ.ά.).
Η δημοτική Αρχή αναμένει με ενδιαφέρον τις εξελίξεις στο θέμα αυτό και θεωρεί δεδομένο ότι μνημεία, χώροι πολιτιστικής κληρονομιάς και μουσεία δεν θα μεταβιβαστούν τελικά στο Υπερταμείο, αλλά θα παραμείνουν δημόσια περιουσία προς τέρψιν και όφελος των πολιτών και της χώρας.
↧
More Pages to Explore .....